Το άρθρο που ακολουθεί αποτελεί απόσπασμα του Βιβλίου «Μαύρα Μπερέ – Μαύρος Ιούλης».
Η δράση της 21 ΕΑΝ το καλοκαίρι του 1974. Περιγράφει το χρονικό της κατάληψης των τουρκικών αρμάτων από την Εθνική Φρουρά τον Αύγουστο του 1974 και την επιτυχή χρησιμοποίησή τους εναντίον των Κατακτητών κατά τη δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής. Το γεγονός αυτό αποτελεί τη μόνη καταγεγραμένη αρματομαχία των Ελληνικών Τεθωρακισμένων. Η νέα αυτή προσέγγιση επιχειρείται μέσα από τα καινούργια στοιχεία που δημοσιεύτηκαν πρόσφατα.
Το χρονικό της κατάληψης
Την Παρασκευή 2 Αυγούστου πριν το τελευταίο φως οι Τούρκοι επιχείρησαν τη μοναδική ενέργεια που αναλήφθηκε κατά τη διάρκεια της νύκτας κατά τις επιχειρήσεις του 1974. Συγκρότημα Μηχανοκίνητου Λόχου Πεζικού, με ερπυστριοφόρα Μ-113 και τέσσερα άρματα Μ-47, που ανήκε στο 23ο Σύνταγμα Πεζικού (ΣΠ), κινήθηκε επί δασικού δρόμου, δυτικά του υψώματος Κυπαρισόβουνος, με σκοπό να διεισδύσει στη γραμμή που επιτηρείτο από τα τμήματα της Εθνικής Φρουράς και να καταλάβει το ύψωμα Κόρνος, που ελέγχει τη διάβαση του Αγίου Παύλου. Επί του υψώματος Κόρνος, το μεσημέρι της ίδιας ημέρας, είχε εγκατασταθεί το 316 Τάγμα Επιστρατεύσεως (ΤΕ), που λίγο πριν είχε συμπτυχθεί από το ύψωμα Κυπαρισόβουνος.
Στο νότιο τομέα του υψώματος,όπου δέσποζε του δασικού δρόμου που οδηγούσε στη διάβαση του Αγίου Παύλου, είχε εγκατασταθεί ο Λόχος του λοχαγού Ψαρρά, ο οποίος είχε στη διάθεσή του ένα όλμο 81χιλ., ένα ΠΑΟ 106 χιλ. και ένα αντιαεροπορικό (Α/Α) πολυβόλο 0,50″.
Την προηγούμενη 1η Αυγούστου ο 12ος Λόχος Κρούσεως (ΛΚ) της 31 Μοίρας Καταδρομών (ΜΚ) έχει διατεθεί στο 316 ΤΕ προς ενίσχυσή του. Μετά από πολύωρη μάχη το πρωί της 2ας Αυγούστου, που προξένησε πολλές απώλειες στους Τούρκους, συμπτύχτηκε προς τα πίσω μαζί με το 316 ΤΕ. Αφού ο λοχαγός Ψαρράς εγκαταστάθηκε νοτίως του υψώματος Κόρνος, ζήτησε να τον ενισχύσουν και πάλι με καταδρομείς, για να εμποδίσει την εκ νέου προώθηση των Τούρκων. Μίλησε στον ασύρματο με τον λοχαγό Ελευθέριο Σταμάτη, διοικητή του λόχου υποστηρίξεως διοικητικής μέριμνας (ΛΥΔΜ) της 31 ΜΚ και του ζήτησε έναν ολμιστή. Τότε ο Λοχαγός του έστειλε τον καταδρομέα Αντωνάκη Μαυρή. Επίσης στο δρομολόγιο χωριό Βασίλεια – χωριό Λάρνακας Λαπήθου ο ανθυπολοχαγός Λαμπάσκης Κωνσταντίνος, κατόπιν διαταγής του διοικητή Μηχανικού στις 27 Αυγούστου έστρωσε δυο μολύνσεις, 5 με 10 αντιαρματικές (Α/Τ) νάρκες στην κάθε μια, καθώς επίσης και στο δρομολόγιο από τη διάβαση Αγίου Παύλου- Κυπαρισόβουνος, έβαλε μιαν τρίτη μόλυνση και μια τετάρτη μόλυνση τοποθετήθηκε αμέσως μετά τη στροφή που οδηγεί στο ύψωμα Κόρνος.
…….
Η φάλαγγα των Τούρκων πλησίαζε πλήρως παραλλαγμένη, μάλιστα κατά μιαν εκδοχή είχαν επίσης τοποθετήσει λάστιχα στις ερπύστριες των Μ-47, ώστε να μειώσουν τον θόρυβο κατά την κίνησή τους. Όμως η τουρκική φάλαγγα προσέκρουσε στην τέταρτη μόλυνση, που οι νάρκες της είχαν στρωθεί σε σχήμα «Ζ», με αποτέλεσμα να εκραγούν τέσσερις Α/Τ νάρκες και να ακινητοποιήσουν το προπορευόμενο άρμα Μ-47, κόβοντας και τις δυο ερπύστριές του. Ταυτόχρονα ή αμέσως μετά ο λοχαγός Ψαρράς με τον καταδρομέα Μαυρή εκτέλεσαν βολή με το ΠΑΟ 106 χιλ. εναντίον του άρματος. Οι Τούρκοι μετά τις εκρήξεις και τα πυρά που δέχτηκαν εγκατέλειψαν ακόμα ένα άρμα Μ-47 και δυο ερπυστριοφόρα Μ-113 και αφού επιβιβάστηκαν στα υπόλοιπα μέσα τους, εγκατέλειψαν τον χώρο, επιστρέφοντας στο ύψωμα Κυπαρισόβουνος.
Το τελευταίο Μ-113 καταστράφηκε αμέσως μετά από τους άνδρες της Εθνικής Φρουράς (ΕΦ) με βολή ΠΑΟ 106 χιλ. εναντίον του. Στο καταστραμμένο Μ-113 απουσίαζαν η θυρίδα της ομάδας και το κάλυμμα του κινητήρα, και επίσης υπήρχαν σημάδια έντονης φλόγας. Αυτό φαίνεται να ήταν αποτέλεσμα ισχυρής πίεσης αερίων στο εσωτερικό του. Ο σκοπός της καταστροφής του φαίνεται να ήταν η αποκοπή του δρομολογίου για παρεμπόδιση της περισυλλογής των δυο Μ-47 και των δυο Μ-113 από τους Τούρκους. Το 316 ΤΕ ζήτησε από τη Διεύθυνση Ιππικού Τεθωρακισμένων, προσωπικό των Τεθωρακισμένων, να έρθει και να παραλάβει τα τουρκικά λάφυρα. Οι άνδρες του 316 ΤΕ εγκατέστησαν σκοπιές και φρουρούσαν το σημείο, μέχρι να φτάσουν άνδρες των τεθωρακισμένων (ΤΘ). Τα νέα, για την κατάληψη των τουρκικών αρμάτων, διαδόθηκαν πολύ γρήγορα. Οι έφεδροι ανθυπολοχαγοί Χρίστος Τουφεξής και ο Ησύχιος Σοφοκλέους, του 366 ΤΕ, που βρισκόταν στον Λάρνακα της Λαπήθου, έμαθαν για αυτά. Αφού πήραν άδεια να παν σπίτι τους, πρώτα πήγαν στο σημείο που ήταν τα άρματα για να τα δουν, όμως δεν τους επιτράπηκε να τα πλησιάσουν, έτσι αναχώρησαν για τη Λευκωσία. Μετέβηκαν στα γραφεία της εφημερίδας «Μάχη» και ανέφεραν για την κατάληψη των τουρκικών λαφύρων. Τότε οι δημοσιογράφοι τους ζήτησαν να τους οδηγήσουν στο σημείο που ήταν τα άρματα. Το Σάββατο 3 Αυγούστου οι δημοσιογράφοι επισκέφτηκαν τον χώρο των αρμάτων, όπου φωτογράφησαν τα τουρκικά λάφυρα και στην εφημερίδα της 4ης Αυγούστου δημοσίευσαν τις φωτογραφίες μαζί με σχετικό άρθρο, απόσπασμα του οποίου παραθέτω:
«Οι Τούρκοι εισβολείς υποστηριζόμενοι από τέσσερα άρματα μάχης, δυο τεράστια «Μ-48» και δυο μικρότερα «Μ-49», προσεπάθησαν να καταλάβουν το Λάρνακα της Λαπήθου και το Αγριδάκι. Όμως οι ηρωικοί μας εθνοφρουροί, με απαράμιλλο θάρρος και πρωτοφανή ανδρεία, κατόρθωσαν μετά από πολύωρη αντίσταση να ανακόψουν στην κρισιμότερη στιγμή τα τουρκικά τανκς και στρατεύματα και να εξαπολύσουν θυελλώδη αντεπίθεση. Οι Τούρκοι εισβολείς προ του κινδύνου, εγκατέλειψαν τα τέσσερα τανκς και άλλον οπλισμό και ετράπηκαν σε άτακτον φυγήν».
Την ίδια μέρα η Διεύθυνση Μηχανικού με σήμα της διέταξε την ομάδα Μηχανικού που παρέμεινε στη ΙΙ ΑΤΔ (Μόρφου) να άρει τη «μόλυνση οδού» στον χωματόδρομο Αγριδάκι- Βασίλεια, ώστε να γίνει δυνατή η περισυλλογή των εγκαταλειμμένων από τους Τούρκους αρμάτων (δυο Μ-47 και δυο Μ-113), που είχαν προσκρούσει στη μόλυνση το βράδυ της προηγουμένης.
Επίσης μια ομάδα τεχνιτών των Τεθωρακισμένων έφτασε από τη Σκυλούρα στο σημείο που βρίσκονταν τα λάφυρα, για να τα παραλάβουν. Όμως η έλλειψη βαρέων οχημάτων περισυλλογής στην ΕΦ δεν τους άφηνε άλλη εκλογή από το να σπρώξουν το κτυπημένο Μ-47 στον παρακείμενο γκρεμό, χρησιμοποιώντας ένα βαρύ τροχοφόρο εκσκαφέα που έφερε στο σημείο ένας κάτοικος του χωρίου Βασίλεια, ώστε να απελευθερώσει το δρομολόγιο για τα άλλα. Έτσι προτού σπρωχθεί, αφαιρέθηκαν από το κτυπημένο Μ-47 τα πυρομαχικά, τα πολυβόλα, οι ασύρματοι, οι αναρτήσεις, τα φίλτρα μηχανής και ό,τι άλλο μπορούσε χρήσιμο να περισυλλεγεί. Όμως κατά τη μεταφορά των βλημάτων, όπου σε αυτή βοηθούσαν και οι άνδρες του Μηχανικού (ΜΧ), που είχαν πάει εκεί για την άρση της μολύνσεως, ένας στρατιώτης της ΕΦ μπήκε στο άρμα και από λάθος πυροδότησε το γεμάτο πυροβόλο του κτυπημένου Μ-47, με αποτέλεσμα το βλήμα να σκοτώσει τον στρατιώτη ΜΧ Παναγιώτη Αβραάμ, να τραυματίσει τον λοχία (ΜΧ) Γιωργάκη Σταύρου και τον διοικητή του 316 ΤΕ ταγματάρχη Κωνσταντίνο Σαρρή.
Στη συνέχεια το ανέπαφο Μ-47 και το Μ-113 φορτωμένο με τα ανταλλακτικά, οδηγήθηκαν στην έδρα του 316 ΤΕ στο χωριό Βασίλεια. Εκεί την ίδια μέρα έφτασαν πέντε οπλίτες των ΤΘ, οι οποίοι είχαν έρθει στην Κύπρο με μετάθεση στις 19 Ιουλίου το πρωί και προορίζονταν να αντικαταστήσουν παλαιότερες ΕΣΣΟ. Ήταν εκπαιδευμένοι στα άρματα Μ-47, αλλά με την άφιξή τους στην Κύπρο θα άρχιζε η εκπαίδευσή τους στα Τ-34, τα οποία διέθετε η ΕΦ, πράγμα που δεν συνέβη λόγω της εισβολής. Επικεφαλής τους ήταν ο λοχίας Ανδρέας Κριθάρης. Φτάνοντας στη Βασίλεια είδε τον τεχνίτη πύργου και οπλισμού Θεοχάρη να επεξεργάζεται το Μ-47, καθώς και τον τεχνίτη ερπυστριοφόρων οχημάτων Βάιο Τσικρίκα να επεξεργάζεται το Μ-113. Η εντολή που είχε ήταν να παραλάβει τα λάφυρα και τους τεχνίτες και να τα οδηγήσει στο χωριό Σκυλούρα, όπου εκεί βρισκόταν ένας ουλαμός αναγνωρίσεως (ΟΥΛΑΝ) με τέσσερα Μarmon Ηarrington, με επικεφαλής τον ίλαρχο Κωνσταντίνο Χαραλάμπους.
Έτσι επιβίβασε το πενταμελές πλήρωμα στο Μ-47 και ο ίδιος μπήκε αρχηγός πληρώματος, ενώ τους τεχνίτες τους έβαλε στο Μ-113. Πάνω στο άρμα είχαν βάλει μια μεγάλη ελληνική σημαία. Στον δρόμο προς τη Σκυλούρα συναντούσαν δημοσιογράφους διεθνών πρακτορείων ειδήσεων, που τους ρωτούσαν αν το άρμα είναι τουρκικό και με ποιο τρόπο είχε καταλειφθεί.
Την Κυριακή 4 Αυγούστου το Μ-47 και το Μ-113 μαζί με τα τέσσερα Μarmor Ηarrington, αποτέλεσαν ουλαμό ειδικής συνθέσεως της 21 ΕΑΝ, ο οποίος ήταν υπό διοίκηση του 286 Μηχανοκίνητου Τάγματος Πεζικού (ΜΤΠ). Στο Μ-47 παρατηρήθηκε ότι η περιστροφή του πύργου γινόταν μόνο μηχανικά. Στη Σκυλλούρα είχε φτάσει και ο τεχνικός υπασπιστής (ΤΥ) και διοικητής της ίλης διοικήσεως της 21 Επιλαρχίας Αναγνωρίσεων (ΕΑΝ), υπίλαρχος Αρχιμανδρίτης Νικόλαος μαζί με τον Ανθυπασπιστή Κωνσταντίνο Καμπέρη, οι οποίοι, αφού το εξέτασαν, αποκατέστησαν την ηλεκτροϋδραυλική λειτουργία του πύργου του άρματος, χρησιμοποιώντας τα εξαρτήματα που είχαν παρθεί από το άλλο Μ-47.
Κατά τη δεύτερη φάση της εισβολής παρατηρήθηκε ότι στα τουρκικά άρματα δεν λειτουργούσε η ηλεκτροϋδραυλική περιστροφή του πύργου, έτσι αυτά αναγκάζονταν να στρίβουν ολόκληρο το άρμα ή να γυρνούν τον πύργο χειροκίνητα.
Μετά την επισκευή του Μ-47, τα τουρκικά διακριτικά διατηρήθηκαν στο Μ-47 και στο Μ-113 και ο ίλαρχος Χαραλάμπους ξεκίνησε εκπαίδευση των ανδρών του σε αυτά καθώς και αναγνωρίσεις του εδάφους. Επίσης, μετά από κάθε διέλευση της τουρκικής αεροπορίας ή επίσκεψη των ανδρών της UNFCYP, ο Χαραλάμπους άλλαζε αμέσως θέση στα μέσα που διοικούσε. Το τμήμα αυτό αντιμετώπιζε προβλήματα Διοικητικής Μέριμνας, όπως και κάθε άλλο τμήμα της 21 ΕΑΝ, που δόθηκε υπό διοίκηση σε άλλη Μονάδα. Ο Ανδρέας Κριθάρης, που ήταν ένα από τα μέλη του πληρώματος του Μ-47, αναφέρει τα εξής: Ήμασταν ένα ουλαμός ξεχασμένος, αν πέρναγε κανένας φαντάρος το πρωί και άφηνε δέκα ντομάτες και δυο καρβέλια ψωμί,… .αν είχαμε μια ντομάτα έπρεπε να φάμε και οι 11 ή όσοι ήμασταν εκεί.
Το πλήρωμα του Μ-47 αποτελείτο από τους λοχία Κωνσταντίνο Δρόσο από το χωριό Αρτοτίνα της Φωκίδας, αρχηγό πληρώματος, λοχία Ανδρέα Κριθάρη από τη Μεσσηνία, γεμιστή, Δεκανέα Νικόλαο Τούντα από την Αθήνα, οδηγό, στρατιώτη Ανδρέα Αποστόλου από την Αγλαντζιά, πολυβολητή-συνοδηγό και τον έφεδρο στρατιώτη Ανδρέα Κουδουνά από τη Ζώδια, πυροβολητή. Η σύνθεση αυτή του πληρώματος έγινε κατόπιν προτάσεως του λοχία Δρόσου, την οποία δέχτηκε ο ίλαρχος και έτσι οι τρεις Ελλαδίτες άρχισαν να εκπαιδεύουν τους δυο Κυπρίους, που σε σύντομο χρονικό διάστημα είχαν εξοικειωθεί πλήρως με το άρμα. Το Μ- 113 επάνδρωσαν ο τεχνίτης ερπυστριοφόρων οχημάτων Βάιος Τσικρίκας, ως οδηγός και ο τεχνίτης αρμάτων Οδυσσέας Πανδής, ως αρχηγός-πολυβολητής. Επίσης στο Μ-113 επέβαινε και οίλαρχος Χαραλάμπους Κωνσταντίνος.
Η αρματομαχία
Το βράδυ της Τρίτης 13 Αυγούστου 1974 οι συνομιλίες της Γενεύης κατέληξαν σε αδιέξοδο. Ο Τούρκος υπουργός εξωτερικών πρότεινε στον εκπρόσωπο της Ελληνοκυπριακής κοινότητας Γλαύκο Κληρίδη πολυκαντονική λύση, που έθετε υπό τον έλεγχο των Τούρκων το 34% της έκτασης της Κύπρου. Ο Γλαύκος Κληρίδης ζήτησε χρονικό περιθώριο, για να συζητήσει το σχέδιο με τους πολιτικούς παράγοντες της Κύπρου. Όμως ο Τούρκος υπουργός εξωτερικών δεν δέχτηκε χρονική παράταση, έτσι οι συνομιλίες ναυάγησαν. Την επομένη το πρωί η τουρκική πολεμική μηχανή ξεκίνησε τη Β ́ φάση της εισβολής.
Την Τετάρτη 14 Αυγούστου στις 05:00 ώρα η τουρκική αεροπορία άρχισε να προσβάλλει το νησί με μεγάλη ένταση και οι δυνάμεις της ΕΦ δέχονταν επίθεση από τις χερσαίες τουρκικές δυνάμεις σε όλα τα μέτωπα. Η αποστολή των δυνάμεων της ΕΦ ήταν η διατήρηση της επαφής με τον εχθρό και η σύνταξη των δυνάμεών της στη γραμμή άμυνας Τρόοδος-Λάρνακα. Στον δυτικό τομέα οι τουρκικές δυνάμεις επιθέσεως ήταν Μονάδες των 28ης και 39ης μεραρχιών Πεζικού με τρία συντάγματα Πεζικού και 53 άρματα Μ-47 και 55 Μ-113. Έναντι αυτών των δυνάμεων η ΕΦ παρέτασσε πέντε τάγματα πεζικού, το 286 ΜΤΠ, δύο ΟΥΛΑΝ Μarmon Ηarrington και ουλαμό ειδικής συνθέσεως με ένα Μ-47 και ένα Μ-113. Στις 14 Αυγούστου η τουρκική προώθηση στον τομέα αυτό ήταν πολύ περιορισμένη. Οι θέσεις των τμημάτων στη Σκυλλούρα βλήθηκαν από το τουρκικό πυροβολικό και την αεροπορία χωρίς όμως απώλειες.
Την Πέμπτη 15 Αυγούστου η τουρκική επίθεση στον δυτικό τομέα άρχισε νωρίς το πρωί με πυρά όλμων στις θέσεις της ΕΦ στο χωριό Σκυλλούρα. Στις 13:30 μια ίλη 13 αρμάτων Μ-47 ξεκίνησε από το χωριό Φόττα. Πίσω τους ακολουθούσαν το 4ο τάγμα αλεξιπτωτιστών και ένας λόχος της Ταξιαρχίας Αλεξιπτωτιστών, καθώς και το 1ο και 3ο Τάγμα Καταδρομών. Τρία Μ-47 κινήθηκαν προς το χωριό Άγιος Βασίλειος και τα άλλα προς τη Σκυλλούρα. Περί τις 15:00 τα δέκα άρματα εμφανίστηκαν αιφνιδίως πολύ κοντά στις θέσεις των ανδρών της ΕΦ, οι οποίοι άρχισαν να τις εγκαταλείπουν. Ο ίλαρχος Χαραλάμπους, ως αρχηγός- πυροβολητής στο Μ-113 μαζί μετα Μ/Η της 21 ΕΑΝ και τα τεθωρακισμένα BTR του 286 ΜΤΠ κινήθηκαν στη γραμμή των υψωμάτων, δυτικά του χωριού Αγία Μαρίνα Σκυλλούρας, ενώ την κίνησή του θα κάλυπταν το Μ-47 και ΠΑΟ 106 χιλ., τα οποία είχαν τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουν τα εχθρικά άρματα. Το ΠΑΟ 106 χιλ. το επάνδρωνε οστρατιώτης Οδυσσέας Πανδής, όμως δεν κατάφερε να εκτελέσει οιαδήποτε επιτυχημένη βολή εναντίον των αρμάτων και έτσι συμπτύχθηκε.
Το Μ-47 που καταλήφθηκε διατηρώντας τα τουρκικά διακριτικά και με το πενταμελές πλήρωμά του, τρεις Ελλαδίτες και δύο Ελληνοκυπρίους, θα εμπλακεί στη μοναδική αρματομαχία που συνέβη στην ιστορία του όπλου των ελληνικών τεθωρακισμένων.
Σήμερα υπάρχουν τρεις δημοσιευμένες μαρτυρίες, μια του αρχηγού πληρώματος λοχία Δρόσου Κωνσταντίνου, του πυροβολητή έφεδρου στρατιώτη Κουδουνά Ανδρέα και του γεμιστή λοχία Κριθάρη Ανδρέα. Αν και οι τρεις βρίσκονταν στο διαμέρισμα μάχης (πύργος) του άρματος, οι μαρτυρίες τους παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές. Αυτό είναι αναμενόμενο, διότι ο καθένας παρατηρεί τη μάχη από το στενό οπτικό πεδίο που έχει, το οποίο για τον καθένα τους είναι εντελώς διαφορετικό. Ο αρχηγός βρίσκεται με το κεφάλι έξω, επομένως έχει αντίληψη το πού βρίσκεται το άρμα του συνεχώς καθώς και αντίληψη του χρόνου, δύσκολα όμως εκτιμά τις αποστάσεις. Ο πυροβολητής χρησιμοποιώντας το αποστασιόμετρο Laser ξέρει την ακριβή απόσταση του εχθρού, αλλά δεν μπορεί να ξέρει πού βρίσκεται το άρμα όπου επιβαίνει. Ο γεμιστής γνωρίζει τι βλήματα χρησιμοποιήθηκαν και πόσες βολές έκανε το πυροβόλο, αφού αυτός το γεμίζει κάθε φορά. Μετά από λεπτομερή εξέταση των τριών μαρτυριών της σχετικής βιβλιογραφίας, αλλά και της γεωγραφίας του χώρου, επιχειρήθηκε μια συνολική αποτύπωση της αρματομαχίας.
Ο υποδιοικητής της τουρκικής Ταξιαρχίας Καταδρομών συνταγματάρχης Σαλίχ Γκιουλέργιουζ αναφέρει τα εξής: «Ενώ τα τανκς μας περνούσαν από τη Σκυλούρα, τανκς Ελληνοκυπρίων που υπολογίζεται ότι ήταν μέχρι τα 60 και τα οποία ήθελαν να πάνε στον Άγιο Βασίλειο, προκάλεσαν τον τραυματισμό δυο στρατιωτών μας».
Η λανθασμένη αυτή αναφορά του Τούρκου συνταγματάρχη δείχνει τον πανικό των Τούρκων καθώς και την προσπάθειά τους να δικαιολογήσουν τις πολλές απώλειες που υπέστησαν. Τα πραγματικά γεγονότα έχουν ως εξής: Γύρω στις 15:00 της 15ης Αυγούστου το πλήρωμα βρισκόταν δίπλα από το Μ-47 και ξεκουραζόταν, αφού από το πρωί, καμία κίνηση του τουρκικού στρατού δεν παρατηρήθηκε να πλησιάζει τις θέσεις τους. Στο άκουσμα της είδησης ότι τουρκικά άρματα πλησιάζουν, το πλήρωμα επιβιβάστηκε στο Μ-47 και αφού είδαν τα Μarmor Ηarrington και τα BTR μαζί με το M-113 και τον ίλαρχο να εκκενώνουν τη Σκυλλούρα, κινήθηκαν νοτίως στην άκρη του χωριού, μέσα από το γήπεδο ποδοσφαίρου και έλαβαν θέση αποκρύψεως πίσω από μερικούς ευκαλύπτους με μέτωπο προς τα νοτιοανατολικά. Στο μεταξύ τα άλλα δέκα εχθρικά Μ-47 που προσέγγισαν τη Σκυλλούρα από βορειοανατολικά είχαν μπει στο χωριό, αλλά δεν αντελήφθηκαν ότι το Μ-47 που είδαν να περνά και έφερε τουρκικά διακριτικά δεν ήταν τουρκικό.
Στον ασφαλτόδρομο που ένωνε το χωριό Σκυλλούρα με το χωριό Άγιος Βασίλειος κινούνταν τρία εχθρικά Μ-47 σε φάλαγγα. Όταν πλησίασαν τη γέφυρα που βρισκόταν πάνω από το ρέμα «Σκυλλούρα», μεταξύ των δύο χωριών, έστριψαν νότια και επιχείρησαν να κατέβουν μέσα στο ρέμα. Βρίσκονταν σε απόσταση 300 μέτρων από το Μ-47, το οποίο τα περίμενε να περάσουν τη γέφυρα και να τα κτυπήσει πάνω σε αυτή, όταν αυτά θα έστριβαν. Ο αρχηγός έδωσε εντολή να κτυπηθεί το τρίτο, όμως ο πυροβολητής δεν έβλεπε από τα κλαδιά των ευκαλύπτων, έτσι χρειάστηκε να μετακινηθεί το άρμα λίγο προς τα πίσω. Το πρώτο διατρητικό βλήμα κινητικής ενεργείας κτύπησε το τρίτο άρμα στη στεφάνη του πύργου και μετά από έκρηξη, ο πύργος εκτινάχθηκε στον αέρα, χωρίς το άρμα να τυλιχτεί στις φλόγες. Το πλήρωμα πρώτη φορά έβλεπε τα αποτελέσματα ενός τέτοιου βλήματος και διακατείχετο από ενθουσιασμό. Αμέσως μετά κτύπησαν με ίδιου τύπου βλήμα το πρώτο. Στη συνέχεια το μεσαίο το χτύπησαν με διατρητικό χημικής ενεργείας στη στεφάνη του πύργου, με αποτέλεσμα να τυλιχτεί στις φλόγες. Αμέσως το Μ-47 κινήθηκε προς τα πίσω μέσα στο χωριό, όπου βρίσκονταν τα τουρκικά Μ-47. Αυτά κινούσαν τους πύργους τους δεξιά και αριστερά, αργά, χειροκίνητα ή έστριβαν ολόκληρο τα άρμα, προσπαθώντας να εντοπίσουν από πού δέχονταν τα πυρά, αφού δεν υπήρχαν μέσα στο χωριό τμήματα της ΕΦ.
Ήδη είχε περάσει μια ώρα και οι Τούρκοι αλεξιπτωτιστές και καταδρομείς μπήκαν στο χωριό και κινούνταν πίσω και ανάμεσα από τα άρματα. Τότε το πλήρωμα του Μ-47 άρχισε να τους κτυπά με τα τρία πολυβόλα του. Ο αρχηγός με το Α/Α πολυβόλο 0,50″ από την κορυφή του πύργου, ο πυροβολητής με το συζυγές πολυβόλο 0,30″ και ο συνοδηγός- πολυβολητής στρατιώτης Αποστόλου με το πολυβόλο 0,30″ του σκάφους του Μ-47. Οι Τούρκοι στρατιώτες από τα πυρά του Μ-47 υπέστησαν μεγάλο αριθμό απωλειών. Στο μεταξύ ο γεμιστής λοχίας Κριθάρης συνειδητοποίησε ότι κατά τις προηγούμενες βολές εναντίον των τριών αρμάτων, είχαν ρίξει και τα πέντε διατρητικά. Τα υπόλοιπα βλήματα βρισκόταν κάτω από το πάτωμα του πύργου, έτσι γέμισε το πυροβόλο με εμπρηστικό-καπνογόνο βλήμα λευκού φωσφόρου (χρησιμοποιείται για προπέτασμα καπνού για απόκρυψη). Το Μ-47 είχε καθηλώσει τα τουρκικά άρματα και τους στρατιώτες στην περιοχή του γηπέδου και λίγο πιο πάνω, όταν ξαφνικά εμφανίστηκε στα 80 μέτρα ένα εχθρικό Μ-47. Το κτυπήσανε, το βλήμα έσκασε πάνω του, χύθηκε ο φωσφόρος και το περίελουσε βάζοντάς του φωτιά. Είχε περάσει άλλη μια ώρα, ήταν γύρω στις 17:00, πλέον όμως οι Τούρκοι είχαν αντιληφθεί ότι το Μ-47 ήταν αυτό που τους πολεμούσε. Τότε ο αρχηγός λοχίας Δρόσος διέταξε τον οδηγό δεκανέα Τούντα να πάρει το Μ-47 στο ύψωμα που βρισκόταν ο ίλαρχος από ένα δρομολόγιο βατό για το άρμα, που από ώρα είχε εντοπίσει, ώστε να καλυφτούν και να συνεχίσουν εκεί τη μάχη.
Όμως συνέβηκε ένα ατυχές γεγονός. Το γάντι που φορούσε ο γεμιστής Λοχίας Κριθάρης πιάστηκε στο πηγαίο κατά την οπισθοδρόμηση του πυροβόλου κατά την προηγούμενη βολή, με αποτέλεσμα όταν δοκίμασε να βάλει βλήμα, το χοντρό γάντι δεν επέτρεπε στο κλείστρο να κλείσει, έτσι το πυροβόλο δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί. Ο μόνος τρόπος να ξαναλειτουργήσει το πυροβόλο ήταν η τεχνητή οπισθοδρόμηση, δηλαδή το πυροβόλο έπρεπε να ακουμπήσει σ’ ένα σταθερό σημείο και να κινηθεί μηχανικά προς τα πίσω, όπως την κίνηση που κάνει όταν εκτελείται βολή. Εκείνη τη στιγμή βρισκόταν μεταξύ του χωριού Σκυλλούρα και του υψώματος που ήταν το Μ-113 με τον ίλαρχο. Τα μόνα σπίτια που έβλεπαν ήταν τα σπίτια στη Σκυλλούρα, αλλά εκεί ήταν οι Τούρκοι. Δέντρα στην περιοχή δεν υπήρχαν, έτσι αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν το Μ-113 ως σταθερό σημείο για την τεχνητή οπισθοδρόμηση.
Βλέποντας ο ίλαρχος το Μ-47 να κατευθύνεται καταπάνω του, στο Μ-113, άρχισε να κάνει νοήματα και τους φωνάζει: «Ρε παιδιά ο Διοικητής σας είμαι… αδέλφια είμαστε»… Το διασκέδασαν… Οι Τούρκοι στρατιώτες και τα εχθρικά Μ-47 καταδίωξαν το Μ-47,όμως κατά την έξοδό τους από το χωριό Σκυλλούρα κινούμενοι δυτικά συνάντησαν το ρέμα «Πύργος», το οποίο ανέκοψε την ταχύτητα της πορείας τους, δίνοντας χρόνο στο Μ-47 να ακουμπήσει το πυροβόλο του στο Μ-113 και να πραγματοποιήσει την τεχνητή οπισθοδρόμηση, ώστε το πυροβόλο να λειτουργεί και πάλι κανονικά. Επίσης ο ίλαρχος με το Α/Α πολυβόλο 0,50 ́ ́ του Μ-113 έβαλλε κατά των Τούρκων.
Στη συνέχεια το Μ-47 πήρε θέση καλύψεως σκάφους, δίπλα από το Μ-113 και παρατηρούσε τα τουρκικά άρματα, που πλέον είχαν βγει από τη Σκυλλούρα και ήρθαν και σταμάτησαν σε απόσταση 1.200 μέτρων από τη θέση του άρματος, αλλά είχαν τα πλευρά γυρισμένα προς το Μ-47. Δημιούργησαν προπέτασμα καπνού, ρίχνοντας ένα εμπρηστικό-καπνογόνο βλήμα και μετά κτύπησαν το κοντινότερο εχθρικό Μ-47, με επίσης εμπρηστικό-καπνογόνο βλήμα, οπόταν άρχισε να καίγεται.
Συνέχισαν να εκτελούν βολές και να εναλλάσσουν θέσεις, για να αποφεύγουν τα εχθρικά πυρά που έπεφταν συνεχώς στο ύψωμα. Σε κάποια στιγμή ο γεμιστής, καθώς έριχνε τους κάλυκες έξω από το άρμα, είδε στα αριστερά του Μ-47 ένα εχθρικό Μ-47 στα 150 μέτρα να έρχεται κατευθείαν πάνω τους και άρχισε να φωνάζει. Τότε ο αρχηγός πληρώματος φώναξε: «Αριστερά, αριστερά, Τούντα πίσω» (αριστερά να γυρίσει τον πύργο ο πυροβολητής και ο οδηγός να κινηθεί πίσω).
Το εχθρικό Μ-47 εκτέλεσε βολή εναντίον του και το βλήμα των 90χιλ πέρασε ξυστά από το Μ-47. Τότε ενστικτωδώς ο πυροβολητής έριξε όλα τα φυσίγγια του κιβωτίου του συζυγούς πολυβόλου πάνω στο εχθρικό Μ-47. Τα πυροβόλα των δυο Μ-47 είχαν βρεθεί σχεδόν απέναντι. Καθώς το Μ-47 κινήθηκε προς τα πίσω, ο πυροβολητής Κουδουνάς εκτέλεσε βολή με το πυροβόλο, όμως λόγω της μετακίνησης του άρματος το βλήμα κτύπησε χαμηλά στην κοιλιά του εχθρικού άρματος και μετά στο χώμα, αφήνοντας το εχθρικό Μ-47 άθικτο. Ξαναγέμισαν και κινήθηκαν ξανά, μπροστά αυτή τη φορά. Το πέτυχαν, του έριξαν και δεύτερο βλήμα και το κατέστρεψαν ολοσχερώς. Στη συνέχεια είδαν τρία εχθρικά Μ-47 να κατευθύνονται προς τη θέση τους.
Στην περιοχή μεταξύ του χωριού Σκυλλούρα και του χωριού Αγίας Μαρίνας είχαν συγκεντρωθεί γύρω στα 15 τουρκικά άρματα Μ-47 καθώς και Μ-113 και αρκετοί Τούρκοι στρατιώτες. Αυτά τα έβλεπε ο Παρατηρητής της Γ ́ πυροβολαρχίας της 183 Μοίρας Πεδινού Πυροβολικού (ΜΠΠ), έφεδρος ανθυπολοχαγός Ροβέρτος Ιωάννου, ο οποίος έδωσε στοιχεία για να εκτελεστούν βολές εναντίον τους. Από τις επιτυχημένες βολές που ακολούθησαν οι Τούρκοι υπέστησαν πρόσθετες απώλειες, από αυτές που τους προξένησε το Μ-47. Εκμεταλλευόμενοι τα πυρά του Πυροβολικού της ΕΦ, το καταληφθέν Μ-47 με το πλήρωμά του και ο ίλαρχος Χαραλάμπους με το Μ-113 συμπτύχθηκαν προς το χωριό Φιλιά, όπου εκεί είχαν συγκεντρωθεί προηγουμένως με ασφάλεια τα υπόλοιπα Μ/Η και BTR λόγω της αντίστασης που προέβαλε το καταληφθέν Μ-47 εναντίον των εχθρικών αρμάτων.
Έτσι όλα τα μέσα της ΕΦ μαζί με τα δυο τουρκικά λάφυρα κινήθηκαν προς τη Μόρφου, όπου και διανυκτέρευσαν.
Μετά τη λήξη των επιχειρήσεων του 1974, με την ανασυγκρότηση των μονάδων της ΕΦ, τα δυο τουρκικά λάφυρα εντάχθηκαν στην Ι/Δ της 21 ΕΑΝ. Με την αναδιοργάνωση της ΕΦ τη δεκαετία του 1980 τα δυο τουρκικά λάφυρα εντάχθηκαν στην ΧΧΤΘΤ, όπου το Μ-47 παρέμεινε σε υπηρεσία, μέχρι που παραδόθηκε στο Μουσείο της Εθνικής Φρουράς στη Λεμεσό το 2005, ενώ το Μ-113 συνεχίζει ακόμα και σήμερα να είναι σε υπηρεσία στην ίλη στρατηγείου.
Οι Τούρκοι εκμεταλλευόμενοι το κουφάρι του εγκαταλελειμμένου Μ-47 στο ύψωμα Κόρνος έχουν βάλει μια πινακίδα μπροστά του, που διηγείται μια ψεύτικη ιστορία: Περιγράφει τη δήθεν καταστροφή του «ρωσικού Τ-42» της ΕΦ από τον τουρκικό στρατό κατά τις επιχειρήσεις του 1974. Εντύπωση προκαλεί ότι σήμερα η φωτογραφία του εγκαταλειμμένου Μ-47 στο Ύψωμα Κόρνος είναι μια από τις πλέον ευρέως διαδεδομένες φωτογραφίες άρματος Μ-47 που μπορεί κάποιος να εντοπίσει στο διαδίκτυο, αναζητώντας φωτογραφίες αρμάτων Μ-47.
Μέσα από την παραπάνω ιστορία διαφαίνεται η θέληση και η ικανότητα των Ελλαδιτών και Κυπρίων Μαυροσκούφηδων να υπερασπιστούν την Κύπρο, το καλοκαίρι του 1974 ενάντια στον Τούρκο εισβολέα, πράγμα που θα έκαναν κατορθωτό, αν διέθεταν τουλάχιστον ισάξια μέσα με τον εχθρό και αν είχαν την απαιτούμενη προετοιμασία. Παρά το θάρρος τους και την ανδρεία τους, με ένα και μόνο άρμα (το καταληφθέν Μ-47), δεν θα μπορούσαν να αντικρούσουν τις πολυάριθμες ορδές του Αττίλα.
Πέτρου Βασιλείου, Υπιλάρχου, απόφοιτου μεταπτυχιακού προγράμματος Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κύπρου.
Η πηγή του κειμένου και των φωτογραφιών είναι ο ιστότοπος: Εμπλοκή
https://limitofadvance.wordpress.com/2015/07/10/%CE%B7-%CE%BC%CE%BF%CE%BD%CE%B1%CE%B4%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%B1%CF%81%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%BF%CE%BC%CE%B1%CF%87%CE%AF%CE%B1-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CF%8E%CE%BD/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου