ΙΜΙΑ 10 ΕΤΗ ΜΕΤΑ – Η ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΒΡΑΧΟΝΗΣΙΔΩΝ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
του Τάσου Τσιπλάκου
Αύγουστος 1995: Απομεσήμερο στην Άγκυρα. Το νέφος είχε σκεπάσει την πόλη και η ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική. Στο πρωθυπουργικό γραφείο η Τανσού Τσιλέρ άκουγε σκεπτική τους συνομιλητές της. Τα προβλήματα που αντιμετώπιζε ήταν τεράστια. Ο αρχηγός της ΜΙΤ είχε στη διάθεσή του πληροφορίες που έλεγαν ότι η Αθήνα ετοίμασε ένα σχέδιο εκμετάλλευσης και προβολής των βραχονησίδων, με σκοπό να αντιμετωπίσει τις μελλοντικές απαιτήσεις της Τουρκίας. Επρόκειτο για το κοινό πρόγραμμα των ελληνικών υπουργείων Άμυνας, Αιγαίου και Γεωργίας για την εκμετάλλευση και τον εποικισμό δέκα μικρών νήσων. Σε αυτά τα νησάκια θα δημιουργούνταν καταφύγια για την παραμονή 2-3 ανθρώπων, θα επισκευάζονταν υπάρχοντα κτίρια με σκοπό τη φιλοξενία επισκεπτών, θα ανεγείροντο παρεκκλήσια, βάσεις και ιστοί για σημαίες, μια μικρή δεξαμενή νερού και πετρελαίου και και θα προβλέπονταν βασικά λιμενικά έργα για τη διευκόλυνση προσέγγισης σκαφών. Οι πρώτες αντιδράσεις της εξαγγελίας του προγράμματος υπήρξαν θετικότατες με την εκδήλωση ενδιαφέροντος συμμετοχής από 2.500 ξένους και 400 Ελληνες.
Ο στρατιωτικός σύμβουλος της Πρωθυπουργού υποστράτηγος Τσετίν Αρμάν έδειχνε ιδιαίτερα προβληματισμένος. Όσα άκουσε τον οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα επρόκειτο να δραστηριοποιηθεί στο Αιγαίο. Εάν τα νησάκια και οι βραχονησίδες κατοικούντο η Ελλάδα θα μπορούσε να εγείρει επιπλέον διεκδικήσεις για την υφαλοκρηπίδα. Η αίθουσα του συμβουλίου είχε κλιματισμό, όμως οι ενοχλητικές μύγες βούιζαν επίμονα πάνω από τα κεφάλια των Τούρκων επισήμων και κάποιες φορές έκαναν βουτιές στα πρόσωπά τους. Ο πρώτος σύμβουλος της πρωθυπουργού λέει: «Αυτό που σκοπεύει να κάνει η Αθήνα είναι σαν να βάζουν μια μύγα μέσα στη μύτη μας. Πρέπει να αντιδράσουμε». Κάπως έτσι γεννήθηκε το «Σχέδιο Μύγα». Οι κινήσεις έπρεπε να γίνουν γρήγορα και μεθοδευμένα. Οι στρατιωτικοί συνέχιζαν να συζητούν επί της ουσίας. Η Ελλάδα παραμένει πάντα ο σημαντικός αντίπαλός τους και μια κίνηση αντιμετώπισης των σχεδιασμών της στο Αιγαίο, εκτός των άλλων, θα ωφελούσε το γενικότερο πολιτικό κλίμα…
25 Δεκεμβρίου 1995: Γύρω στις 10 το βράδυ το υπό τουρκική σημαία φορτηγό πλοίο «Φιγκέν Ακάτ» με έδρα την Κωνσταντινούπολη κατευθύνεται προς το σύμπλεγμα των βραχονησίδων Ιμια. Οι ναυτικοί επιμένουν ότι για να προσαράξει πλοίο σε αυτό το σημείο, ο καπετάνιος του πρέπει να είναι άσχετος ή βαλτός. Κι όμως το «Φιγκέν Ακάτ» προσάραξε ακριβώς εκεί. Ο Τούρκος καπετάνιος προβάλλοντας την άποψη ότι βρίσκεται σε τουρκικά χωρικά ύδατα, αρνήθηκε κάθε βοήθεια από το Λιμεναρχείο της Κω. Τα ξημερώματα της επόμενης ημέρας,26 Δεκεμβρίου, το «Ράδιο Ελλάς» καταγράφει τη συνομιλία του Τούρκου καπετάνιου με τις αρχές της Σμύρνης. Αυτή τη συνομιλία τη μεταφέρει στο ΥΕΝ κι από εκεί ενημερώθηκαν όλοι οι αρμόδιοι. Το Λιμεναρχείο της Κω επιμένει κάνοντας αλλεπάλληλες προσπάθειες με επικοινωνήσει με τον Τούρκο πλοίαρχο, χωρίς αποτέλεσμα. Στις 10 το πρωί, δίπλα το τουρκικό πλοίο βρίσκεται μια τουρκική μηχανότρατα, ενώ πλησιάζει και τουρκική ακταιωρός. Παράλληλα, από τη Ρόδο αποπλέει σκάφος του ΠΝ. Μια ώρα αργότερα, ο Τούρκος πλοίαρχος ειδοποιεί το Λιμεναρχείο της Κω ότι θα προσπαθήσει να αποκολλήσει το πλοίο με τις δικές του δυνάμεις. Όμως, οι ώρες περνούν χωρίς αποτέλεσμα. Ετσι, στις 6 το απόγευμα ο Τούρκος πλοίαρχος παραιτείται από την προσπάθεια. Σχεδόν ταυτόχρονα, ο πλοιοκτήτης του «Φιγκέν Ακάτ» κ. Μ. Ακάτ ειδοποιεί τις ελληνικές αρχές ότι έχει συμφωνήσει με την ελληνική εταιρία «Μάτσας» για τη ρυμούλκηση του πλοίου.
Το μεσημέρι της 29ης Δεκεμβρίου, ο Έλληνας πρέσβης στην Άγκυρα κ. Νεζερίτης κατευθύνεται προς το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών για να διαμαρτυρηθεί για τις τουρκικές παραβιάσεις του εναέριου χώρου, οι οποίες μόλις μια μέρα πριν είχαν ως αποτέλεσμα μια σοβαρή εμπλοκή και την πτώση ενός τουρκικού Phantom F-4 με τον πιλότο νεκρό και τον συγκυβερνήτη να περιθάλπεται σε ελληνικό νοσοκομείο. Είχε εντολές να επιδείξει αποφασιστικότητα, αλλά όχι ιδιαίτερη επιθετικότητα, αφού από το ατύχημα υπήρχε ένας νεκρός. Πριν, όμως, προλάβει να ξεστομίσει τη διαμαρτυρία του, εισέπραξε από τους Τούρκους αξιωματούχους μια ρηματική διακοίνωση στην οποία υποστηριζόταν ότι η βραχονησίδα «Καρντάκ» αποτελεί μέρος της τουρκική επικράτειας και είναι εγγεγραμμένη στα κτηματολόγια της περιφέρειας Μουγκλά, στη Νομαρχία Μποντρούμ, στο χωριό Καρακαγιά.
Ο έμπειρος διπλωμάτης κ. Νεζερίτης, αναχωρώντας από το τουρκικό ΥΠΕΞ, αφού ξεπέρασε τον αρχικό αιφνιδιασμό που ένιωσε, αναλογιζόταν ότι το πράγμα «χοντραίνει». Γνώριζε πολύ καλά ότι οι συνομιλητές του δεν ενεργούσαν ποτέ τυχαία. Εφόσον έφτασαν ως τη ρηματική διακοίνωση, δεν μπορεί παρά να υπήρχε και συνέχεια. Διπλωματική ή άλλη. Η Τουρκία αμφισβητούσε, για πρώτη φορά επισήμως, την κυριαρχία επί ελληνικών εδαφών. Το ελληνικό ΥΠΕΞ αρχίζει να αφυπνίζεται από τη νιρβάνα των εορτών και την απραξία, λόγω της παρατεταμένης ασθένειας του Πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου…
Ξημερώματα 31ης Ιανουαρίου 1996
Ώρα 03:30 ΓΕΝ προς Φρεγάτα «Ναυαρίνο»: Υπάρχει πληροφορία ότι έχουν ανέβει 30 άτομα στο δυτικό νησί Ιμια. Να πάει ο «Πολεμιστής» να ελέγξει με προβολέα και στη συνέχει να αποβιβάσει ΜΥΚ.
Ώρα 03:42 ΓΕΝ προς Φρεγάτα «Ναυαρίνο»: Απογειώσατε ελικόπτερο και ελέγξατε δυτικό νησί προ αποβιβάσεως ΜΥΚ.
Ώρα 04:25 Ελικόπτερο ΠΝ21 προς Φρεγάτα «Ναυαρίνο»: Ελικόπτερο στον αέρα. Προσεγγίζουμε το νησί. Βρισκόμαστε σε ύψος 300 πόδια. Διαφοροποίηση ύψους κατά κρίση.
Ώρα 04:26 Φρεγάτα «Ναυαρίνο» προς ΓΕΝ: Ελικόπτερο απογειώθηκε για Δυτική Ίμια. Αναμένω αποτελέσματα
Ώρα 04:29 Ελικόπτερο ΠΝ21 προς Φρεγάτα «Ναυαρίνο»: Πρώτη διέλευση άνωθεν νήσων. Δεν μπορούμε να εντοπίσουμε Δ. Ίμια λόγω σκότους και βροχής.
Ώρα 04:29 Φρεγάτα «Ναυαρίνο» προς ΓΕΝ: Βρέχει στην περιοχή. Ορατότητα χαμηλή. Προσπαθεί να εντοπίσει ο,τιδήποτε.
Ώρα 04:30 ΓΕΝ προς Φρεγάτα «Ναυαρίνο»: Περιμένω να μου πείτε για το ελικόπτερο και το αποτέλεσμα της έρευνας. Το αναμένει ο Πρωθυπουργός.
Ώρα 04:43 Ελικόπτερο ΠΝ21 προς Φρεγάτα «Ναυαρίνο»: Ελικόπτερο Δεν βλέπουμε τίποτα, κατεβαίνουμε χαμηλότερα. Ενημερώστε τα πλησίον ευρισκόμενα πλοία να έχουν τεταμένη την προσοχή της.
Ώρα 04:47 Φρεγάτα «Ναυαρίνο» προς ΓΕΝ: Έχει περάσει τέσσερις φορές πάνω από το νησί. Αποτελέσματα αρνητικά. Πετάει σε ύψος 40-50 μέτρα και προσπαθεί.
Ώρα 04:50 Ελικόπτερο ΠΝ21 προς Φρεγάτα «Ναυαρίνο»: Εντοπίσαμε πιθανόν μαύρη Zodiac με άσπρη μηχανή στη δυτική πλευρά του νησιού. Θα κάνουμε και άλλη διέλευση.
Ώρα 04:50 Φρεγάτα «Ναυαρίνο» προς ΓΕΝ: Ελικόπτερο πετάει καθώς φωτίζει με προβολέα.
Ώρα 04:52 Ελικόπτερο ΠΝ21 προς Φρεγάτα «Ναυαρίνο»: Αναγνωρίζουμε στο Βορειοδυτικό άκρο του νησιού μαύρη Zodiac.
Ώρα 04:56 ΓΕΝ προς Φρεγάτα «Ναυαρίνο»: Το ελικόπτερο να συνεχίσει για περισσότερο στοιχεία.
Ώρα 04:59 Ελικόπτερο ΠΝ21 προς Φρεγάτα «Ναυαρίνο»: Master Caution, Master Caution, δεν ξέρω τι βλάβη έχω.
Ώρα 05:00 Ελικόπτερο ΠΝ21 προς Φρεγάτα «Ναυαρίνο»: Master Caution δεν ξέρω τι emergency έχω. Ανάψτε τα φώτα στη φρεγάτα για διευκόλυνση.
Ώρα 05:01 Φρεγάτα «Ναυαρίνο» προς Ελικόπτερο ΠΝ21: Έχει ήδη εκτελεσθεί.
Ώρα 05:02 Ελικόπτερο ΠΝ21 προς Φρεγάτα «Ναυαρίνο»: Emergency, Emergency.
Ώρα 05:05 Φρεγάτα «Ναυαρίνο» προς ΓΕΝ: Έχω απώλεια επικοινωνίας με το ελικόπτερο. Η τελευταία του αναφορά EMERGENCY, EMERGENCY βόρεια 1,5 μίλι από το σημείο του ενδιαφέροντος.
Ώρα 06:24 ΓΕΝ προς Φρεγάτα «Ναυαρίνο»: Θέλω τα ονόματα του πληρώματος.
Ώρα 06:25 Φρεγάτα «Ναυαρίνο» προς ΓΕΝ: Υποπλοίαρχος Βλαχάκος, Υποπλοίαρχος Καραθανάσης, Αρχικελευστής Γιαλοψός…
Κάπως έτσι έκλεισε ο πρώτος κύκλος της τραγωδίας των Ιμίων τα ξημερώματα της 31ης Ιανουαρίου 1996. Εδώ και 10 χρόνια αυτέ οι δύο μικρές κουκίδες στο χάρτη, που θα μπορούσε να πει κανείς ότι βρέθηκαν εκεί από ένα καπρίτσιο της φύσης, έμελλε να γίνουν διεθνώς γνωστές και να «στοιχειώνουν» την ελληνική πραγματικότητα μέχρι σήμερα, στις αρχές του 21ου αιώνα. Οι βραχονησίδες Ιμια πρωταγωνίστησαν το 1996 στο θερμό επεισόδιο και την παραλίγο πολεμική σύγκρουση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Τότε το επεισόδιο, δυστυχώς, έληξε όπως οι περισσότερες πρόσφατες αναμετρήσεις –στρατιωτικές και διπλωματικές- μεταξύ των δύο χωρών. Με υποχώρηση και απεμπόληση των κυριαρχικών δικαίων της Ελλάδας, με τη θυσία κάποιων άξιων Ελλήνων στρατιωτικών και την απογοήτευση ενός ολόκληρου λαού. Οι τρεις ήρωες αξιωματικοί του Πολεμικού Ναυτικού Καραθανάσης, Βλαχάκος και Γιαλοψός, τη δεδομένη χρονική στιγμή ήταν έτοιμοι να πράξουν το καθήκον τους και θυσιάστηκαν για να μπορεί η Ελλάδα να διατηρήσει ανέπαφα τα αυτονόητα κυριαρχικά της δικαιώματα. Παρόλο που στη σύντομη ζωή τους σίγουρα είχαν γνωρίσει το μέγεθος του παραλογισμού του ελληνικού κράτους, 10 χρόνια μετά τη θυσία τους θα περίμεναν ότι οι Έλληνες «έμαθαν το μάθημά τους» και θα ήταν πια έτοιμοι για ν’ αντιμετωπίσουν αντίστοιχες προκλήσεις, αξιοποιώντας τη θυσία τους.
Δέκα χρόνια μετά, θα περίμενε κανείς ότι η χώρα θα είχε αξιοποιήσει τα συμπεράσματα και τα διδάγματα από τα λάθη, τις παραλήψεις ή/και τις ατυχίες του παρελθόντος και θα είχε προετοιμαστεί σε όλα τα επίπεδα (στρατιωτικό, πολιτικό και κοινωνικό) έτσι ώστε να έχει βελτιώσει τόσο τη διεθνή της θέση, όσο και τη διαπραγματευτική της ισχύ προς τη γείτονα. Αντίθετα, βλέπουμε πως στο πλαίσιο της προσπάθειας οικοδόμησης της ελληνοτουρκικής φιλίας κι ενδεχομένως κάποιων διεθνών δεσμεύσεων, οι ελληνικές κυβερνήσεις προτίμησαν να μείνουν απλοί παρατηρητές των διαρκώς εντεινόμενων τουρκικών προκλήσεων, δηλώνοντας κάθε φορά ότι: «Δεν έγινε και τίποτα. Αυτές οι αντιδράσεις είναι συνηθισμένες από τους Τούρκους…». Ακόμα και ο πιο καλόπιστος παρατηρητής δεν μπορεί παρά να αναρωτηθεί: «Τι συμβαίνει; Γιατί δέκα χρόνια μετά δεν φαίνεται να έχει αλλάξει κάτι;».
Η απάντηση στην παραπάνω ερώτηση ποτέ δεν ήταν απλή. Αντιθέτως, για να μπορέσει κανείς να απαντήσει όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένα και με τα κατά το δυνατόν τεκμηριωμένα επιχειρήματα, θα πρέπει να παρουσιάσει το τι έχει προηγηθεί, ποια είναι η σημερινή κατάσταση και τι προβλέπεται να συμβεί. Αυτό θα προσπαθήσουμε να πράξουμε γύρω από το θέμα των Ιμίων, στη διαδρομή των 10 ετών που πέρασαν, όσο το δυνατόν πιο ψύχραιμα και τεκμηριωμένα. Θα προσπαθήσουμε να φωτίσουμε ορισμένες πτυχές του θέματος που μέχρι σήμερα δεν έχουν αναλυθεί επαρκώς, γύρω από τα εμπλεκόμενα πρόσωπα, τα πιστεύω και τις πρακτικές τους, ώστε να εξαχθούν μερικά χρήσιμα συμπεράσματα για το χθες, το σήμερα και το αύριο των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
1996: Η πρώτη κρίση. Εισαγωγή στις «γκρίζες ζώνες»
Τα γεγονότα γνωστά και χιλιοειπωμένα. Πέρα, όμως, από το γεγονός ότι οι δύο χώρες ήταν οι πρωταγωνιστές μιας κρίσης, που ήταν δυνατόν να τις οδηγήσει σε θερμό επεισόδιο και ίσως την πολεμική σύγκρουση, εκείνες τις κρίσιμες ημέρες Ελλάδα και Τουρκία είχαν άλλο ένα κοινό σημείο, το οποίο δεν έχει τονισθεί αρκετά κι ίσως αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα αίτια που οδήγησαν στην κλιμάκωση της κρίσης. Τόσο η χώρα μας όσο και η Τουρκία είχαν δύο πολύ «φρέσκες» κυβερνήσεις, οι οποίες μη έχοντας προλάβει να δείξουν κάποιο έργο, διακατέχονταν από την αγωνία του να μην κατηγορηθούν για ανεπάρκεια κι υποχωρητικότητα. Η κυβέρνηση του κυρίου Σημίτη είχε ορκισθεί μόλις στις 22 Ιανουαρίου και η κα. Τσιλέρ ήταν η εντολοδόχος πρωθυπουργός που προσπαθούσε να συγκροτήσει μια βιώσιμη κυβέρνηση. Επομένως, ήταν φυσικό και για τις δύο πλευρές, πέρα από κάθε τι άλλο, να διακατέχονται τουλάχιστον από νευρικότητα κατά τη λήψη των αποφάσεών τους, γεγονός που εξάγεται και από τις συνεντεύξεις των Τούρκων πρωταγωνιστών της κρίσης στην πρόσφατη εκπομπή του Παύλου Τσίμα «Έρευνα».
Παρόλ’ αυτά, 10 χρόνια μετά, κάποια ερωτήματα έχουν μείνει ακόμη αναπάντητα ή δεν έχουν επαρκώς διαφωτιστεί. Έπεσε από μηχανική βλάβη το ΑΒ212 του ΠΝ ή κατερρίφθη από βολές; Υπήρχε από την αρχή της κρίσης προσυνενόηση Σημίτη-Κλίντον για την αποκλιμάκωση; Γιατί τελικά ένα κομμάτι των Ελλήνων νιώθει ότι η χώρα βγήκε ηττημένη από την κρίση; Ας δούμε ποιοι ήταν οι πρωταγωνιστές και πώς οι αντιδράσεις και οι χειρισμοί τους επηρέασαν την τελική έκβαση της κρίσης του 1996.
Ο μόλις μερικών ημερών πρωθυπουργός κ. Κων. Σημίτης στις 29 Ιανουαρίου, αφού ενημερώθηκε για την κρίση, κατά τη διάρκεια των προγραμματικών δηλώσεων της νεοσύστατης κυβέρνησής του στη Βουλή, έλεγε: «Είναι γνωστή η στάση των εθνικιστικών κύκλων της Τουρκίας να προκαλούν ένταση στις σχέσεις με την Ελλάδα, όσες φορές η εσωτερική πολιτική κατάσταση της Τουρκίας το επιβάλλει. Το συμβάν αυτό καθ’ εαυτό εντάσσεται σ΄ αυτό το πλαίσιο. Το κλίμα που εκδηλώνει η ενέργεια αυτή αποτελεί ένα πολύ σοβαρό θέμα. Δείχνει έναν επιθετικό εθνικισμό. Σ’ αυτό και σε οποιοδήποτε επιθετικό εθνικισμό απαντάμε ότι η αντίδραση της Ελλάδας θα είναι δυνατή, άμεση και αποτελεσματική. Έχουμε τα μέσα και θα τα χρησιμοποιήσουμε χωρίς δισταγμό. Δεν δεχόμαστε καμία απολύτως αμφισβήτηση στα κυριαρχικά δικαιώματά μας. Ας μη γελιόνται».
Προήδρευσε του ΚΥΣΕΑ και παρόλο που αποφασίσθηκε η αποκλιμάκωση της κρίσης η γραπτή δήλωση που εκδόθηκε, σε συνδυασμό με τον τελεσιγραφικό τόνο των δηλώσεων στη Βουλή, στη διεθνή διπλωματική γλώσσα ερμηνεύθηκε ως απειλή πολέμου με την Τουρκία, κλιμακώνοντας απότομα την κρίση. Το αναπόφευκτο αποτέλεσμα ήταν ότι, δια στόματος του σημαντικότερου προσώπου της χώρας, η κυβέρνηση έστειλε αντιφατικά μηνύματα τόσο προς την Άγκυρα, όσο και προς τη διεθνή κοινότητα. Σε πολλές περιπτώσεις ο κ. Σημίτης πήρε αποφάσεις υπό το κράτος σύγχυσης γύρω από τα πραγματικά δεδομένα, καθώς τη δεδομένη στιγμή δεν υπήρχε κάποια στρατηγική διαχείρισης της κρίσης. Το βασικό πρόβλημα ήταν πως ο κ. Σημίτης δεν ήταν ενημερωμένος για τις διαδικασίες που προβλέπονταν για τη διαχείριση τέτοιου είδους κρίσεων και σε συνδυασμό με τη φυσική του απέχθεια προς ο,τιδήποτε αντιπροσωπεύει τις Ένοπλες Δυνάμεις (στολές, αξιωματικούς, επιτελεία κ.λπ.), προτίμησε να χειριστεί την κρίση βασιζόμενος στη γνώμη των πολιτικών συνεργατών και συμβούλων του. Έτσι, την κρίσιμη βραδιά οι όποιες επισημάνσεις του Α/ΓΕΕΘΑ κ. Λυμπέρη έρχονταν σε δεύτερη μοίρα. Χαρακτηριστικό της απαξιωτικής συμπεριφοράς προς το πρόσωπο αλλά και το θεσμό που εκπροσωπούσε ο κ. Λυμπέρης, ήταν το τραγικό λάθος της αποφυγής ενημέρωσής του από την αρχή, για την προσπάθεια διαπραγματεύσεων και αποκλιμάκωσης της κρίσης με την παρέμβαση των Αμερικανών.
Πώς, όμως, ήταν δυνατόν να μπορέσει ο κ. Σημίτης να πάρει τις σωστές αποφάσεις; Αντί, όπως προβλέπεται, να βρίσκεται στο Εθνικό Κέντρο Επιχειρήσεων, μαζί με τα υπόλοιπα μέλη του ΚΥΣΕΑ και να ενημερώνεται λεπτό προς λεπτό για τις εξελίξεις από τους πλέον αρμόδιους για τη διαχείριση της κρίσης διαμορφώνοντας ιδίαν γνώμη, προτίμησε να κατευθύνει τις τύχες της χώρας αποκλεισμένος στο γραφείο του στη Βουλή. Έτσι ενώ είχε εφησυχάσει νομίζοντας ότι διαπραγματευόταν με την Τουρκία για την αποκλιμάκωση επί ισοτίμου βάσεως, στο Εθνικό Κέντρο Επιχειρήσεων διαμορφωνόταν μια εντελώς άλλη εικόνα. Αυτή της τουρκικής στρατιωτικής ενέργειας να εξελίσσεται με στόχο την κλιμάκωση. Αυτός ο εφησυχασμός επέτρεψε στην τουρκική πλευρά να δημιουργήσει τετελεσμένο γεγονός, μετά τη συμφωνία αποκλιμάκωσης, εκτιμώντας σωστά ότι η ελληνική ηγεσία, η οποία επέδειξε τόση αγωνία για την επίτευξη της συμφωνίας, δεν θα τολμούσε να αντιδράσει.
Εάν ο κ. Σημίτης διέθετε όλα τα στοιχεία θα ήταν διαφορετική η εκτίμησή του για τα γεγονότα. Αποτέλεσμα όλων των παραπάνω ήταν οι αιχμές που άφησε για την αποτελεσματικότητα των Ενόπλων Δυνάμεων, το πρωί της 31ης Ιανουαρίου στη Βουλή, λέγοντας: «…Βεβαίως είχε διαταχθεί η φύλαξη στο νησί. Βεβαίως είχαν δοθεί εντολές να μη συμβεί αυτό. Και συνέβη αυτό. Όπως είχαν δοθεί και άλλες εντολές να μη συμβούν άλλα πράγματα και συνέβησαν αυτά…». Και λίγο μετά δήλωσε το μνημειώδες «Θέλω να ευχαριστήσω την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών για την πρωτοβουλία και τη βοήθειά τους» που θα τον συνοδεύει για πάντα. Τα αποτελέσματα αυτού του «ευχαριστώ» θα ταλανίζουν την χώρα για πολύ καιρό ακόμη.
Πώς έφτασε, όμως, σε αυτό το «ευχαριστώ» ο κ. Σημίτης; Αναγκάστηκε από τις πιεστικές περιστάσεις ή ήταν συνειδητή επιλογή του από την πρώτη στιγμή που ενημερώθηκε για την κρίση; Ποιος άλλος εκτός από αυτόν συνομίλησε με τον κ. Κλίντον και συμφώνησε για «No flags, No troops, No vessels»; Οι άλλοι δύο Υπουργοί του, ο κ. Πάγκαλος και ο κ. Αρσένης, αρνούνται κατηγορηματικά ότι γνώριζαν ή διαπραγματεύτηκαν συμφωνία για την υποστολή της σημαίας από τα Ιμια. Περιγράφοντας την κρίση στο πρόσφατα εκδοθέν βιβλίο του ο κ. Σημίτης συνεχίζει και σήμερα να επιρρίπτει τις ευθύνες στη στρατιωτική ηγεσία και προσωπικά στον Α/ΓΕΕΘΑ κ. Χρήστο Λυμπέρη και καταλήγει στο συμπέρασμα πως «…η Ελλάδα δεν είχε τη στρατιωτική δυνατότητα άμεσης επέμβασης. Η στρατιωτική ηγεσία δεν είχε καν προετοιμάσει σχέδιο για ένα τέτοιο ενδεχόμενο».
Ο Υπουργός Αμυνας κ. Γερ. Αρσένης ουδέποτε διαμόρφωσε μια σαφή άποψη για το μέγεθος της τουρκικής στρατιωτικής απειλής. Ορισμένοι σκληροί επικριτές και άσπονδοι φίλοι του υποστηρίζουν ότι ουδέποτε διαμόρφωσε μια σαφή άποψη για το ρόλο και την αποστολή των Ενόπλων Δυνάμεων γενικότερα. Παρόλ’ αυτά, ήταν ο πρώτος που ερμήνευσε την τοποθέτηση της τουρκικής σημαίας από τους δημοσιογράφους-«πράκτορες» της «Χουριέτ» ως μέρος ενός ευρύτερου τουρκικού σχεδίου. Επίσης, ήταν ο εμπνευστής της εξόδου του στόλου στο Αιγαίο, ενέργεια που θα έπρεπε να έχει ως απόλυτα αναγκαία προϋπόθεση την αμετάκλητη απόφαση της κυβέρνησης ότι σε ενδεχόμενη αντίδραση της Τουρκίας, η χώρα θα κλιμάκωνε τη σύγκρουση, όπως ακριβώς είχε γίνει κατά την κρίση του Μαρτίου 1987.
Η αδυναμία σαφούς εκτίμησης των δεδομένων στο πεδίο της αντιπαράθεσης, οδήγησε στην αντίφαση των κινήσεων και στην υπεραντίδραση της ελληνικής πλευράς. Στην προκειμένη περίπτωση η χώρα αυτοπαγιδεύθηκε με τον «πόλεμο της σημαίας», την έξοδο του στόλου και την εγκατάσταση στρατιωτικής δύναμης στη βραχονησίδα. Οι ελληνικές επιλογές (που είναι άγνωστο εάν έγιναν με πλήρη κατανόηση των μελλοντικών επιπτώσεων) ήταν σίγουρο ότι περιόρισαν σημαντικά τις δυνατότητες ελιγμών (κάτι που εξάλλου επικαλέστηκε αργότερα και ο κ. Σημίτης). Αυτές οι ενέργειες κλιμάκωσαν την κατάσταση ραγδαία, χωρίς την ανάλογη πολιτική αποφασιστικότητα, δίνοντας στην Τουρκία την ευκαιρία να εκμεταλλευτεί την κατάσταση όπως τη βόλευε. Παρόλο που του προτάθηκε να επανδρωθεί και η Δ. Ιμια με άνδρες της ΜΥΚ, αυτός το απέτρεψε στο πλαίσιο της αποφυγής κλιμάκωσης της κρίσης. Πάντως, για το θέμα της συμφωνίας για την υποστολή της ελληνικής σημαίας από τα Ιμια δηλώνει ότι ούτε ήταν ενήμερος για ανάλογη συμφωνία με τους αμερικανούς, ούτε διαπραγματεύθηκε ο ίδιος ανάλογη συμφωνία.
Ο Υπουργός Εξωτερικών κ. Θεοδ. Πάγκαλος κατά τη διάρκεια του κρίσιμου τριήμερου, περισσότερες φορές εμφανίστηκε στην τηλεόραση, παρά σε υπηρεσιακές συσκέψεις για την πρόληψη της κρίσης. Κορυφαία του στιγμή ήταν όταν πληροφορήθηκε την κλιμάκωσή της και την επικείμενη συνεδρίαση του ΚΥΣΕΑ, μετέχοντας σε τηλεοπτικό talk show. Αρχικά υιοθέτησε τις συμβουλές των επιτελών του Υπουργείου Εξωτερικών για τη διαχείριση του προβλήματος, για να τις λησμονήσει αργότερα – έστω κι αν εκ των υστέρων αναγνώριζε ότι είχαν προβλέψει με ακρίβεια το τι επρόκειτο να επακολουθήσει. Ήταν ο πρωταγωνιστής της δραματοποίησης της όλης κατάστασης και διαχειρίστηκε ένα σημαντικό κομμάτι των διαπραγματεύσεων με τον Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ.
Αρνείται κατηγορηματικά ότι γνώριζε ή διαπραγματεύτηκε συμφωνία για υποστολή της ελληνικής σημαίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις 8 Φεβρουαρίου, μία εβδομάδα μετά την κρίση, ο κ. Πάγκαλος δέχθηκε ένα περίεργο τηλεφώνημα από τον Ρ. Χόλμπρουκ, ο οποίος εξέφρασε ερωτηματικά και «παράπονα» ότι η ελληνική ναυτική παρουσία στην περιοχή των Ιμίων είναι μεγαλύτερη από τα συμφωνηθέντα και «αυτό δεν συμβάλλει στην εκτόνωση της κρίσης». Ο Έλληνας Υπουργός έκπληκτος απάντησε πως δε γνωρίζει καμιά συμφωνία, αλλά ο κ. Χόλμπρουκ επέμενε. Πάντως η πρότασή του στον Α/ΓΕΕΘΑ «Ναύαρχε ας πούμε ότι τη σημαία την πήρε ο αέρας…», ως δικαιολογία για την υποστολή της, υποδηλώνει το πώς αντιλαμβανόταν ως ο κορυφαίος Υπουργός που τη δεδομένη στιγμή διαχειριζόταν τις τύχες της χώρας, τη σημασία των εθνικών συμβόλων.
Ο Α/ΓΕΕΘΑ ναύαρχος Χρ. Λυμπέρης πρόκειται ασφαλώς για ένα από τα κύρια πρόσωπα της τραγωδίας. Ο «πράσινος» ναύαρχος, για τους αντιπάλους του, μέλος της ΚΕ του ΠΑΣΟΚ και ανακληθείς από την εφεδρεία, έχοντας διατελέσει Αρχηγός Στόλου κατά την προηγούμενη κρίση του Μαρτίου 1987 και θιασώτης του ανορθόδοξου πολέμου, έμοιαζε να συγκεντρώνει όλα τα θετικά χαρακτηριστικά για την αποτελεσματική διαχείριση της κρίσης. Τι του πήγε στραβά; Παρόλο που εκτίμησε από την αρχή της κρίσης τη σοβαρότητα της όποιας απειλής, δεν υποστηρίχθηκε επαρκώς από τους συναδέλφους του επιτελείς και κυρίως τον Α/ΓΕΣ, τον επικεφαλής των Ειδικών Δυνάμεων και λιγότερο τον διοικητή ΑΣΔΕΝ. Οδηγήθηκε σε ορισμένες εσφαλμένες αποφάσεις και σε ορισμένες περιστάσεις έδειξε αναποφασιστικότητα απέναντι στον πολιτικό του προϊστάμενο κ. Αρσένη. Όφειλε να του υποδείξει και να επιμείνει εμφαντικά στην αναγκαιότητα της φύλαξης της δεύτερης βραχονησίδας (Δ. Ιμια).
Την κρίσιμη βραδιά της κορύφωσης της κρίσης, απομονώθηκε, με πρωτοβουλία της πολιτικής ηγεσίας, στο Μέγαρο Μαξίμου μακριά από το φυσικό του χώρο το Εθνικό Κέντρο Επιχειρήσεων του Πενταγώνου, μη έχοντας άμεση ενημέρωση για τα γεγονότα, αλλά και για τη διαπραγμάτευση που γινόταν με τη μεσολάβηση των Αμερικανών. Αυτό που του καταμαρτυρούν πολλοί είναι ότι στην κρίσιμη στιγμή έπρεπε να υποβάλει την παραίτησή του, από τη στιγμή που η πολιτική ηγεσία δεν ακολουθούσε την απαιτούμενη δράση που θεωρούσε ενδεδειγμένη. Αντ’ αυτού μετατράπηκε σε εξιλαστήριο θύμα και βρέθηκε κατηγορούμενος για διαρροή «εμπιστευτικού» εγγράφου που περιείχε τον απόρρητο διάλογό του με τον πρωθυπουργό τις κρίσιμες ώρες. Του ζητήθηκε η παραίτησή του την οποία αρνήθηκε να υποβάλλει, χάνοντας πόντους στο επικοινωνιακό παιγνίδι απέναντι στην κοινή γνώμη. Ταυτόχρονα, ενώ ο κ. Λυμπέρης απολογείτο για την υποτιθέμενη διαρροή απόρρητων πληροφοριών, ένας πολύ κατώτερός του ιεραρχικά, ο υποπλοίαρχος Θ. Μούσης, επικεφαλής της ΟΥΚ που φρουρούσε επί 4 ημέρες την Αν. Ιμια, έδινε συνέντευξη στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» για τις λεπτομέρειες της επιχείρησης με τη σχετική άδεια του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας.
Οι Ενοπλες Δυνάμεις: Ήταν οργανωμένες κι εξοπλισμένες για ν’ αντιμετωπίσουν μια μεγάλης κλίμακας συμβατική απειλή από την Τουρκία. Επικρατούσε απόλυτα η πεποίθηση (ή μήπως η βεβαιότητα;) για την ύπαρξη της δυνατότητας εξασφάλισης έγκαιρης ενημέρωσης για μια αντίστοιχη επικείμενη απειλή. Έτσι, το σύνολο των Ενόπλων Δυνάμεων και κυρίως ο Στρατός Ξηράς βασίζονταν στην εκτίμηση ότι με εξασφαλισμένη την έγκαιρη προειδοποίηση, μπορούσαν να προχωρήσουν σε επιστράτευση για τη συμπλήρωση του μεγάλου αριθμητικού κενού της επάνδρωσης των μονάδων. Η ιστορία απέδειξε ότι δεν είχαν λάβει υπόψη τους τα εξής:
Τη διαφοροποίηση της τουρκικής απειλής, που μέχρι τότε εκφραζόταν με σχετικά προβλέψιμο και αντιμετωπίσιμο τρόπο.
Τη διαφοροποίηση των τουρκικών διεκδικήσεων στο Αιγαίο, οι οποίες ουσιαστικά μεγέθυναν δραματικά την ατζέντα των υποτιθέμενων διαφορών με την Ελλάδα. Έτσι, εκτός από τα ζητήματα της υφαλοκρηπίδας, του εύρους του FIR και της αποστρατικοποίησης των νήσων του Αν. Αιγαίου, δημιούργησαν έμπρακτα κι έντονα τις «γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο. Αμφισβήτησαν επίσημα, για πρώτη φορά, την ελληνική εθνική κυριαρχία και χαρακτήρισαν ελληνικά χωρικά ύδατα, νησιά και νησίδες ως αμφισβητούμενα-διεκδικούμενα.
Τη δραματική απουσία δυνάμεων και μηχανισμού άμεσης αντίδρασης. Σε επιχειρησιακό επίπεδο, δεν υπήρχαν μονάδες ή τμήματα που μπορούσαν εντός ολίγων ωρών να αναλάβουν συγκροτημένη δράση. Σε στρατηγικό επίπεδο δεν υπήρχε επιτελείο που να μπορεί άμεσα να διαχειριστέι μια ανάλογη κρίση. Το ρόλο αυτό ανέλαβε το ΕΘΚΕΠΙΧ (Εθνικό Κέντρο Επιχειρήσεων) του ΓΕΕΘΑ. Όμως, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, κατά τη λειτουργία του τις κρίσιμες ώρες, διαπιστώθηκε ότι δεν υπήρχε επαρκής πολιτική εκπροσώπηση ή οι κατ’ ελάχιστον επαρκείς κι επίκαιρες οδηγίες προς τη στρατιωτική ηγεσία, για τον επιμέρους χειρισμό της κρίσης. Το ΚΥΣΕΑ ουδέποτε συνεδρίασε στο φυσικό του χώρο, στα υπόγεια του ΥΕΘΑ, τις ημέρες της κρίσης.
Τις σημαντικότατες ελλείψεις οπλικών συστημάτων. Η υπεροχή των Τούρκων, κυρίως όσον αφορά τις αεροπορικές δυνάμεις ήταν καταλυτική. Μεγάλα, επίσης, ήταν τα κενά στο σύστημα αντιαεροπορικής άμυνας της χώρας. Η υστέρηση των εξοπλιστικών προγραμμάτων και για τους τρεις κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων ήταν πολύ σημαντική.
Παρόλο που το επίπεδο των Ενόπλων Δυνάμεων δεν βρισκόταν στο καλύτερο σημείο του, κανείς δεν μπορεί να πει ότι δεν προσπάθησαν στο μέτρο των δυνατοτήτων τους και ανάλογα με τις αποφάσεις που πήραν οι φυσικοί και οι πολιτικοί τους ηγέτες, να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των περιστάσεων και σε πολλές περιπτώσεις να πράξουν το καθήκον τους στο ακέραιο. Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την αποφασιστικότητα και το υψηλό φρόνημα των ανδρών της ΜΥΚ που κλήθηκαν με ελλιπή εξοπλισμό, προετοιμασία και αμφιλεγόμενες οδηγίες, να υπερασπίσουν τις βραχονησίδες που διατάχθηκαν. Το ίδιο ισχύει και για τους άνδρες του Πολεμικού Ναυτικού που έφεραν το μεγαλύτερο βάρος της συγκεκριμένης κρίσης. Ήταν έτοιμο για την επικείμενη πολεμική σύγκρουση, έχοντας στοχοποιήσει όλα τα τουρκικά πλοία που βρίσκονταν στην ευρύτερη περιοχή και αναμφισβήτητα διέθετε το τακτικό πλεονέκτημα. Όμως, οι πολιτικοί προϊστάμενοι των Ενόπλων Δυνάμεων δεν διέθεταν το ανάλογο φρόνημα. Φυσικά δε συζητάμε για τους πιλότους της Πολεμικής Αεροπορίας, διότι αυτοί αποδεικνύουν καθημερινά το υψηλό τους φρόνημα και την επαγγελματική τους αρτιότητα.
Εγείρονται, όμως, σημαντικά ερωτήματα για τις αποφάσεις και τις αντιδράσεις των ανώτατων αξιωματικών. Δε μπορεί, στην προ ενός έτους τηλεοπτική εκπομπή «Φάκελοι» του Αλέξη Παπαχελά, ο τότε επικεφαλής των Ειδικών Δυνάμεων στρατηγός Νικολαϊδης να λέει ότι χρειαζόταν οκτώ ώρες για να μεταφερθούν οι καταδρομείς από την Κω στα Ιμια! Ούτε ο πρώην Α/ΓΕΣ στρατηγός Βούλγαρης να υποστηρίζει ότι οι καταδρομείς δεν ήταν εκπαιδευμένοι για να φυλάξουν μια βραχονησίδα! Ακόμη κι αν οι ισχυρισμοί τους απηχούν την πραγματικότητα, θα έπρεπε να έχουν παραιτηθεί αναλαμβάνοντας τις ευθύνες τους.
Το σημαντικότερο, όμως, μελανό σημείο είναι ότι αφού κατάφεραν οι πολιτικοί να παρατάξουν τις Ένοπλες Δυνάμεις κι ιδιαίτερα το Ναυτικό με το «χέρι στη σκανδάλη», κατόπιν τις «άδειασαν» προσπαθώντας ποικιλοτρόπως να επιρρίψουν τις όποιες ευθύνες στην αναποτελεσματικότητά τους; Όλοι αυτοί που κινητοποιήθηκαν στη συγκεκριμένη κρίση το έκαναν για την «πλάκα τους»; Δεν ήταν έτοιμοι να θυσιαστούν, εάν χρειαζόταν, όπως κι έγινε τελικά; Έφταιγαν αυτοί που τα στρατηγικά σχέδια κάποιων κι οι αποφάσεις κάποιων άλλων οδήγησαν τη χώρα σε ταπείνωση; Αναμφισβήτητα ο στρατηγικός σχεδιασμός είχε κενά και η διαχείριση της κρίσης ήταν σχεδόν ανύπαρκτη. Δεν έφταιγαν, όμως, τα μέλη των Ενόπλων Δυνάμεων, από τον απλό φαντάρο μέχρι και τους ανώτερους αξιωματικούς. Έφταιγαν, απ’ όλο το πολιτικό φάσμα, αυτοί που πολύ νωρίτερα πήραν συγκεκριμένες πολιτικές αποφάσεις και οδήγησαν τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων σ’ ένα πολιτικό γαϊτανάκι που παραβίασε θεσμούς, αξιοκρατία, επετηρίδα και προπαντός το φιλότιμο των αξιωματικών.
Δυστυχώς, η χώρα μετά το Β’ ΠΠ έπειτα από κάθε εθνική κρίση κάτι χάνει. Όχι μόνο σε διπλωματικό και πολιτικό επίπεδο, αλλά πολλές φορές και σε ανθρώπινο δυναμικό. Αυτή τη φορά ήταν οι τρεις πιλότοι του ΠΝ οι οποίοι «…τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι» έπεσαν με το ελικόπτερο ΠΝ21 τύπου ΑΒ212 ASW της φρεγάτας «Ναυαρίνο», κάνοντας το καθήκον τους. Τι έφταιξε, όμως και τα τρία παλικάρια χάθηκαν; Μια προσεκτική μελέτη του πορίσματος για την πτώση του ελικοπτέρου σε συνδυασμό με το όλο περιβάλλον και τις διαμορφούμενες καταστάσεις, κατά τη διάρκεια της κρίσης, μπορεί να οδηγήσει σε κάποια συμπεράσματα-ερωτήματα.
Ο Υποπλοίαρχος Χ. Καραθανάσης είχε λάβει πτυχίο χειριστού τον Ιούνιο του 1991 και είχε πιστοποιηθεί ως κυβερνήτης ελικοπτέρου το Σεπτέμβριο 1995. Η πτητική του εμπειρία ήταν 623 ώρες εκ των οποίων 83 ως κυβερνήτης. Ο συγκυβερνήτης του Υποπλοίαρχος Π. Βλαχάκος έλαβε πτυχίο χειριστή το Μάιο του 1992 και είχε στο ενεργητικό του 469 ώρες πτήσης. Ο χειριστής των συσκευών αρχικελευστής Ε. Γιαλοψός πήρε πτυχίο το Μάρτιο του 1995 και είχε πτητική εμπειρία 158 ωρών. Το προφανές συμπέρασμα είναι ότι η εμπειρία του μοιραίου πληρώματος δεν ήταν αρκετή. Υπήρχαν και άλλες συνθέσεις πληρώματος για το μοιραίο ελικόπτερο, με μεγαλύτερη εμπειρία για μια τέτοια δύσκολη αποστολή. Γιατί επιλέχθηκε ένα πλήρωμα που αποτελείτο από 2 σχετικά νέους χειριστές, ικανούς μεν κι αξιόμαχους, χωρίς όμως την εμπειρία χιλιάδων ωρών πτήσης που διέθεταν αρχαιότεροι συνάδελφοί τους; Εάν οι μοιραίοι χειριστές διέθεταν μεγαλύτερη εμπειρία, είτε θα εκτιμούσαν διαφορετικά τις παραμέτρους της αποστολής τους και θα είχαν τη δυνατότητα ακόμη και άρνησης της απονήωσης λόγω των κακών καιρικών συνθηκών, ή θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν επιτυχέστερα κάποια έκτακτη δύσκολη κατάσταση. Τα παραπάνω σε συνδυασμό με τον φόρτο εργασίας, την ένταση, τις καταστάσεις άγχους και ως εκ τούτου την αυξημένη πιθανότητα εσφαλμένης εκτίμησης και συνεπώς λανθασμένης αντίδρασης, θα έπρεπε να συνεκτιμηθούν από τους ανώτερους ως αρνητικοί παράγοντες για την απονήωση του ελικοπτέρου. Δεν τα γνώριζαν όλα αυτά οι διατάξαντες την αποστολή; Ήταν μια επιπόλαιη απόφαση μέσα στη γενικότερη σύγχυση και ανοργανωσιά που επικράτησε εκείνη τη νύχτα;
Πάντως, στην εκπομπή «Φάκελοι» του δημοσιογράφου Αλέξη Παπαχελά ο τότε υποδιοικητής της ΜΥΚ Αντιπλοίαρχος ε.α. κ. Κώστας Ματάλας, ο οποίος έχει δει τα συντρίμμια του ελικοπτέρου, άφησε υπονοούμενα για την πτώση του -φωτογραφίζοντας ως πιθανότερη αιτία την κατάρριψη- λέγοντας: «Δεν σκέφτηκαν αυτοί που έστειλαν το ελικόπτερο, ότι πάνω στη βραχονησίδα υπήρχαν Τούρκοι με την ψυχολογία του φόβου, αφού γνώριζαν ότι έχουν πατήσει σε ξένο έδαφος;».
Στην ίδια εκπομπή, ο Αλέξης Παπαχελάς αποκάλυψε το απόρρητο πόρισμα του ΓΕΝ για την πτώση του ελικοπτέρου ΠΝ 21 τύπου ΑΒ212, το οποίο παραθέτουμε αυτούσιο όπως παρουσιάσθηκε στην εκπομπή:
1. Οι χειριστές του ελικοπτέρου δεν ήταν ετοιμοπόλεμοι.
2. Η κατάσταση υγείας των χειριστών ήταν επισφαλής. Πιθανόν να επηρέασε χωρίς να μπορεί να αποδειχθεί.
3. Φυσική κατάσταση χειριστών μη ικανοποιητική λόγω αϋπνίας.
4. Η χρήση προβολέα υπό συγκεκριμένες καιρικές συνθήκες επέδρασε στη μείωση νυκτερινής οράσεως και δημιουργία παραισθήσεων με αποτέλεσμα τη μειωμένη δυνατότητα ελέγχου του ελικοπτέρου.
5. Ανετέθη αποστολή στο ελικόπτερο που δεν προεβλέπετο και τα πληρώματα δεν ήταν εκπαιδευμένα. Δεν υπάρχουν οδηγίες και κατάλληλα εξοπλισμένα ελικόπτερα.
6. Εκτιμήθηκαν λάθος τα μετεωρολογικά δεδομένα για την πτήση του ελικοπτέρου από τη φρεγάτα. Ακόμη και όταν αναφέρθηκαν από το ελικόπτερο τα δεδομένα αυτά κατά την πτήση, δε δόθηκε εντολή για διακοπή της πτήσεως.
7. Η αφή λυχνίας MASTER CAUTION ασχέτως αν συνδέεται με βλάβη ή όχι, προκάλεσε συναίσθημα αβεβαιότητας ως προς την ασφάλεια της πτήσεως στο πλήρωμα του ελικοπτέρου.
8. Πρέπει να αποκλεισθεί ως αιτία ατυχήματος η πλημμελής λειτουργία ή βλάβη εξαρτήματος του ελικοπτέρου.
9. Το ελικόπτερο δεν εβλήθη από ξηρά ή θάλασσα.
2. Η κατάσταση υγείας των χειριστών ήταν επισφαλής. Πιθανόν να επηρέασε χωρίς να μπορεί να αποδειχθεί.
3. Φυσική κατάσταση χειριστών μη ικανοποιητική λόγω αϋπνίας.
4. Η χρήση προβολέα υπό συγκεκριμένες καιρικές συνθήκες επέδρασε στη μείωση νυκτερινής οράσεως και δημιουργία παραισθήσεων με αποτέλεσμα τη μειωμένη δυνατότητα ελέγχου του ελικοπτέρου.
5. Ανετέθη αποστολή στο ελικόπτερο που δεν προεβλέπετο και τα πληρώματα δεν ήταν εκπαιδευμένα. Δεν υπάρχουν οδηγίες και κατάλληλα εξοπλισμένα ελικόπτερα.
6. Εκτιμήθηκαν λάθος τα μετεωρολογικά δεδομένα για την πτήση του ελικοπτέρου από τη φρεγάτα. Ακόμη και όταν αναφέρθηκαν από το ελικόπτερο τα δεδομένα αυτά κατά την πτήση, δε δόθηκε εντολή για διακοπή της πτήσεως.
7. Η αφή λυχνίας MASTER CAUTION ασχέτως αν συνδέεται με βλάβη ή όχι, προκάλεσε συναίσθημα αβεβαιότητας ως προς την ασφάλεια της πτήσεως στο πλήρωμα του ελικοπτέρου.
8. Πρέπει να αποκλεισθεί ως αιτία ατυχήματος η πλημμελής λειτουργία ή βλάβη εξαρτήματος του ελικοπτέρου.
9. Το ελικόπτερο δεν εβλήθη από ξηρά ή θάλασσα.
Τελικό Συμπέρασμα
1. Αυτοθυσία πληρώματος ελικοπτέρου με υπέρβαση φυσικών τους ορίων.
2. Τρόπος εκτέλεσης αποστολής ελικοπτέρου (συνεχείς στροφές) πιθανόν να συνέβαλε στη δημιουργία παραισθήσεων.
2. Τρόπος εκτέλεσης αποστολής ελικοπτέρου (συνεχείς στροφές) πιθανόν να συνέβαλε στη δημιουργία παραισθήσεων.
Πάντως το γεγονός ότι το πόρισμα για την πτώση του ηρωικού ΠΝ21 έχει χαρακτηριστεί ως απόρρητο, θα αφήνει πάντα αμφιβολίες και σενάρια, πραγματικά ή/και φανταστικά, για τα αίτια της πτώσης του. Όπως για παράδειγμα, το γεγονός ότι ένα μήνα μετά τα γεγονότα στα Ίμια, ένα τουρκικό ελικόπτερο που μετέφερε όλη την ομάδα των κομάντος, ή μερικούς απ’ αυτούς που συμμετείχαν στην κατάληψη της Δ. Ίμιας κατέπεσε στην περιοχή της Μερσίνας χωρίς κανένα επιζώντα! Προφανώς για να μην αποκαλύψουν το πώς κατέπεσε το ελληνικό ΠΝ21;
Η Ε.Υ.Π.: Ως γνωστόν, στην εποχή μας η πληροφορία είναι ένα πανίσχυρο όπλο που μπορεί, όχι μόνο να εξουδετερώσει την ισχύ των συμβατικών όπλων, αλλά και να κρίνει την έκβαση μιας κρίσης. Κατά την κρίση του 1996 η παράκαμψη της Ε.Υ.Π. λόγω της ενδοκομματικής καχυποψίας του κ. Σημίτη, ο οποίος θεωρούσε ότι ο διοικητής της κ. Λ. Βασιλικόπουλος ήταν «ανδρείκός», είχε ως αποτέλεσμα να υπάρξει έλλειμμα πληροφοριών για τις κινήσεις των Τούρκων.
Ο κ. Βασιλικόπουλος είχε αποστείλει έκθεση από τις 17/2/1995 στα υπουργεία Εξωτερικών και Αμυνας, καθώς και στο γραφείο του Πρωθυπουργού, με τίτλο «Δραστηριότητες Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων στο Αιγαίο». Επρόκειτο για τις νέες κατευθυντήριες οδηγίες του τουρκικού ΓΕΕΘΑ, που είχαν αλλάξει πολλά χέρια ξένων κι Ελλήνων πρακτόρων μέχρι να καταλήξουν στον κατάλληλο παραλήπτη. Σε αυτή την έκθεση αναλύονταν:
Ο τρόπος δράσης και αντίδρασης των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων και Σωμάτων Ασφαλείας στο Αιγαίο.
Η παρακολούθηση των δραστηριοτήτων των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Η οργάνωση συστήματος επικοινωνιών, έγκαιρης προειδοποίησης, συλλογής πληροφοριών κι έρευνας και διάσωσης στο Αιγαίο, με κύριο σκοπό τη συστηματοποίηση, κωδικοποίηση και παγιοποίηση των τουρκικών δραστηριοτήτων στο Αιγαίο.
Ο κ. Βασιλικόπουλος εκτιμούσε ότι στόχος της τουρκικής πλευράς ήταν η νομιμοποίηση της τουρκικής παρουσίας, σε συνδυασμό με την άσκηση πιέσεων προς την Ελλάδα ώστε να αποδεχθεί τη δημιουργία de facto κατάστασης στο Αιγαίο.
Λίγα 24ωρα πριν από την κορύφωση της κρίσης, οι ελληνικές υπηρεσίες πήραν στα χέρια τους το περιεχόμενο μιας συνομιλίας, από ανοικτή γραμμή, του τότε αρχηγού του τουρκικού ΓΕΝ ναυάρχου Ερκαγια, ο οποίος εξηγούσε ότι η ιστορία των «γκρίζων ζωνών» ήταν δικό του παιδί. Οι αναλυτές της ΕΥΠ κατάλαβαν αμέσως ότι είχαν στα χέρια τους μια σημαντικότατη είδηση που έδειχνε ότι η κλιμακούμενη κρίση στα Ιμια δεν ήταν η απρόβλεπτη εξέλιξη μιας τυχαίας υπόθεσης, αλλά προσχεδιασμένη ενέργεια της τουρκικής πλευράς. Το σχετικό τηλεγράφημα προωθήθηκε στους υπουργούς Εξωτερικών και Άμυνας.
Το απόγευμα της 29ης Ιανουαρίου, ο σταθμός της ΕΥΠ στην Αλεξανδρούπολη εντόπισε, από ανοικτά κανάλια επικοινωνίας, εντολές του τουρκικού ΓΕΝ προς δύο περιπολικά. Η εντολή ήταν σαφής. Να πλησιάσουν και στις δύο βραχονησίδες και να ελέγξουν αν και πού υπάρχουν Έλληνες κομάντος και ελληνική σημαία. Ο κυβερνήτης του ενός περιπολικού ρωτήθηκε επίμονα κατά πόσο θα μπορούσε να διαπιστώσει την τακτική κατάσταση κατά τη διάρκεια της νύχτας και με δεδομένες τις κακές καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν. Η σχετική συνομιλία μεταφράστηκε το βράδυ της 29ης και στάλθηκε στα κεντρικά της ΕΥΠ το επόμενο πρωί. Από εκεί στάλθηκε από τον απόρρητο τηλέτυπο στο κέντρο επιχειρήσεων του ΓΕΝ. Είναι σαφές ότι οι επιτελείς δεν έδωσαν την ανάλογη σημασία στην κρίσιμη πληροφορία, ενδεχομένως λόγω του «βομβαρδισμού» πληροφοριών που δέχονταν για τις κινήσεις των τουρκικών πλοίων. Χαρακτηριστικό της έντασης και της έλλειψης συντονισμού ήταν το γεγονός ότι όταν ο κ. Σημίτης παρουσίασε αυτό το σήμα στον Α/ΓΕΕΘΑ, αυτός είπε ότι δεν γνώριζε την ύπαρξή του, αφού είχε αποσταλεί μόνο στο ΓΕΝ και όχι στο ΓΕΕΘΑ.
Εξάλλου, την ίδια ημερομηνία (29 Ιανουαρίου) η «Χουριέτ» έγραφε ότι καθορίστηκε η στάση που θα ακολουθούσε η Τουρκία: «Θα καταβληθούν προσπάθειες επίλυσης του ζητήματος με διαπραγματεύσεις. Αν η Ελλάδα δεν αποσύρει τους στρατιώτες της από το νησί, η Τουρκία θα αποκλείσει τις βραχονησίδες. Δεύτερο σχέδιο είναι η αποβίβαση Τούρκων στρατιωτών στο άλλο τμήμα της βραχονησίδας. Σύμφωνα με τρίτο σχέδιο, θ’ αποβιβασθούν Τούρκοι στρατιώτες σε άλλο νησί».
Το χάσμα και το κλίμα καχυποψίας του Πρωθυπουργού προς τον Διοικητή της ΕΥΠ όταν ο κ. Βασιλικόπουλος τον επισκέφθηκε το πρωί της 30ης Ιανουαρίου μεταφέροντάς του επιστολή του αρχηγού της CIA Τζόρτζ Τένετ, που του είχε επιδώσει ο σταθμάρχης στην Αθήνα. Ο κ. Σημίτης άκουγε τον κ. Βασιλικόπουλο όρθιος και μόλις τελείωσε του είπε: «Δεν σας χρειάζομαι άλλο». Αρκετές ώρες αργότερα ο σταθμάρχης της CIA, αρκετά ανήσυχος, επισκέφθηκε το Διοικητή της ΕΥΠ στο γραφείο του μεταφέροντας πρόταση του κ. Τένετ για αποκλιμάκωση της κρίσης. Ο κ. Βασιλικόπουλος σήκωσε το πορτοκαλί τηλέφωνο για να μιλήσει με τον Α/ΓΕΕΘΑ Ναύαρχο Λυμπέρη για να τον ενημερώσει. Τον ενημέρωσαν ότι ο κ. Λυμπέρης βρισκόταν στο γραφείο του κ. Σημίτη στη Βουλή και δεν μπορούσαν να επικοινωνήσουν μαζί του. Αφού επικοινώνησε με τον υφυπουργό Αμυνας κ. Κουρή, επιβιβάσθηκε στο αυτοκίνητό του και κατευθύνθηκε προς τη Βουλή. Φθάνοντας στο γραφείο του κ. Σημίτη ζήτησε να του μιλήσει για θέμα «μείζονος σημασίας». Η γραμματέας του Πρωθυπουργού τον ενημέρωσε κι εκείνος της είπε να μιλήσει ο κ. Βασιλικόπουλος με τον κ. Μαντέλη. Αγανακτώντας ο κ. Βασιλικόπουλος λέει:«Αντιλαμβάνεσθε πως είμαι ο αρχηγός της ΕΥΠ και πρέπει να μιλήσω μόνο στον Πρωθυπουργό». Δεν κατάφερε, όμως, να του μιλήσει και περίμενε για πολλή ώρα καθισμένος στον προθάλαμο του Πρωθυπουργικού γραφείου.
Στο ενδιάμεσο διάστημα συζήτησε την κατάσταση με τον κ. Λυμπέρη του οποίου στο παρελθόν υπήρξε Ύπαρχος. Ήταν υπέρ της άποψης ότι έπρεπε να επιχειρηθεί η ανακατάληψη της Δ. Ιμια με απόβαση Ελλήνων βατραχανθρώπων και τον παράλληλο θαλάσσιο αποκλεισμό των Τούρκων. Κι αυτό γιατί ήξεραν, μετά την αναφορά της κανονιοφόρου «Πυρπολητής», ότι οι Τούρκοι είχαν αγκιστρωθεί στη δυσπρόσιτη πλευρά του νησιού και δυσκολεύονταν ν’ αναρριχηθούν. Επίσης, είπε στον κ. Λυμπέρη ότι εάν δεν ενέκριναν το σχέδιο δράσης και δεν αποδέσμευαν του κανόνες εμπλοκής «…άσε το καπέλο σου στο τραπέζι και φύγε». Ύστερα από λίγο, βρήκε την ευκαιρία και μπήκε στο γραφείο και μίλησε στον κ. Σημίτη. Εκείνος του απάντησε πως «το θέμα το χειρίζεται ο κ. Πάγκαλος, μην κάνετε τίποτα, μην ασχοληθείτε άλλο». Δυστυχώς η έλλειψη ικανής ομάδας διαχείρισης των πληροφοριών της κρίσης άφησε ανεκμετάλλευτες τόσο τις πληροφορίες της ΕΥΠ όσο και την ανοικτή δημοσιογραφική πληροφορία της «Χουριέτ».
Η Τουρκία της εντολοδόχου πρωθυπουργού κας. Τανσού Τσιλέρ, που το ίδιο διάστημα προσπαθούσε να συγκροτήσει βιώσιμη κυβέρνηση, βγήκε ως ο περισσότερο κερδισμένος από την κρίση, καταβάλλοντας τη μικρότερη προσπάθεια. Η πρωθυπουργός της Τουρκίας ακολούθησε πιστά τις συμβουλές του δικού της Υπουργείου Εξωτερικών αποφεύγοντας να παρακολουθήσει την Ελλάδα στην τακτική της όξυνσης. Το κέρδος ήταν ότι μετά τη συμφωνία απεμπλοκής δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για έναρξη διαλόγου εφ’ όλης της ύλης, υπό το καθεστώς των «γκρίζων ζωνών», τον οποίο μέχρι τότε η Ελλάδα απέρριπτε. Παράλληλα, έδωσε στην τουρκική και την διεθνή κοινή γνώμη την εικόνα αποτελεσματικότερης διαχείρισης της κρίσης, παρόλο που πολύ σύντομα η κυβέρνηση της κας. Τσιλέρ κατέθεσε την εντολή. Ένα ακόμη δυσάρεστο συμπέρασμα είναι ότι παρόλο που δεν υπήρχε ισχυρή κυβέρνηση, η κρατική μηχανή κι εξωτερική πολιτική της γείτονος λειτούργησαν σε πολύ ικανοποιητικό επίπεδο. Δεν είναι σίγουρο ότι το ίδιο θα συνέβαινε και στην Ελλάδα, σε αντίστοιχή περίπτωση.
Οι Τούρκοι ακολούθησαν και στα Ίμια τη γνωστή τακτική της παρασπονδίας και της δημιουργίας τετελεσμένων γεγονότων, διαλέγοντας τη στιγμή που η προσοχή της ελληνικής πλευράς είχε χαλαρώσει, μετά την επίτευξη συμφωνίας αποκλιμάκωσης. Εξάλλου, το ίδιο είχαν κάνει και στην Κύπρο το 1974. Όμως, η Ελλάδα πιστεύει πως η «επανάληψη είναι μήτηρ μαθήσεως». Έτσι, μετά την κρίση του 1996 η πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων τέθηκε σε νέα βάση με τα γνωστά αποτελέσματα τα οποία αναλύονται παρακάτω.
Το τηλεφώνημα του Προέδρου των ΗΠΑ κ. Μπιλ Κλίντον στον κ. Σημίτη και στην κα. Τσιλέρ ήταν το γεγονός που έκρινε την πορεία της ελληνοτουρκικής κρίσης. Οι Αμερικανοί μελέτησαν σειρά από πιθανά σενάρια και τελικά κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι έπρεπε να παρέμβουν αμέσως μόλις διαφάνηκε κίνδυνος, έστω και μικρός, να εξελιχθεί η κρίση σε θερμό επεισόδιο. Μετά την τηλεφωνική επικοινωνία του Κλίντον στον κ. Σημίτη, κατά τη διάρκεια της οποίας όλα τα στοιχεία συντείνουν ότι συμφωνήθηκε το «No flags, No troops, No vessels», τη διαχείριση της υπόθεσης ανέλαβε ο κ. Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ ο οποίος κάνοντας χρήση του γνωστού προσωπικού στυλ του ρεαλιστή και σκληρού διαπραγματευτή, μάλλον αιφνιδίασε τους Έλληνες συνομιλητές του, με αποτέλεσμα να τον κηρύξουν ως «persona non grata». Ωστόσο τα τελικά αποτελέσματα των προσπαθειών του χαιρετίστηκαν ως θετικά από τον Έλληνα πρωθυπουργό από το βήμα της Βουλής.
Δίκαια, ίσως, γιατί κανείς άλλος από τους διεθνείς παράγοντες (ΕΕ, ΝΑΤΟ, ΟΗΕ) δεν ήταν σε θέση ή/και δεν είχαν την πρόθεση να αντιδράσουν έγκαιρα. Όπως χαρακτηριστικά σχολίασε ο κ. Χόλμπρουκ: «Τη νύχτα της παρ’ ολίγον σύγκρουσης Ελλάδας και Τουρκίας, οι Ευρωπαίοι κοιμούνταν τον ύπνο του δικαίου!».
Ταυτόχρονα με τον κ. Χόλμπρουκ τόσο ο υπουργός Άμυνας κ. Πέρι, όσο και ο αρχηγός της CIA Τζόρτζ Τένετ προσπάθησαν να μεσολαβήσουν για την αποκλιμάκωση της κρίσης.
Δίκαια, ίσως, γιατί κανείς άλλος από τους διεθνείς παράγοντες (ΕΕ, ΝΑΤΟ, ΟΗΕ) δεν ήταν σε θέση ή/και δεν είχαν την πρόθεση να αντιδράσουν έγκαιρα. Όπως χαρακτηριστικά σχολίασε ο κ. Χόλμπρουκ: «Τη νύχτα της παρ’ ολίγον σύγκρουσης Ελλάδας και Τουρκίας, οι Ευρωπαίοι κοιμούνταν τον ύπνο του δικαίου!».
Ταυτόχρονα με τον κ. Χόλμπρουκ τόσο ο υπουργός Άμυνας κ. Πέρι, όσο και ο αρχηγός της CIA Τζόρτζ Τένετ προσπάθησαν να μεσολαβήσουν για την αποκλιμάκωση της κρίσης.
Την επόμενη μέρα 1η Φεβρουαρίου οι ΗΠΑ έσπευσαν να υιοθετήσουν το καθεστώς των «γκρίζων ζωνών», δηλώνοντας ευθέως ότι αμφισβητούν την ελληνικότητα των Ιμίων και άλλων βραχονησίδων. Απαντώντας σε ερωτήσεις Ελλήνων ανταποκριτών, ο εκπρόσωπος του Στέητ Ντηπάρτμεντ κ. Νίκολας Μπερνς τόνισε: «Για το θέμα της Ιμιας-Καρντάκ, δεν αναγνωρίζουμε ελληνική ή τουρκική κυριαρχία. Και θα θέλαμε οι δύο κυβερνήσεις να συνεργασθούν γι’ αυτό το θέμα με αμοιβαία αποδεκτό και ικανοποιητικό τρόπο. Μπορεί να είναι και μερικά άλλα νησιά ή μικρές νησίδες επί των οποίων έχουμε παρόμοια θέση. Δεν έχω τη λίστα. Θα το ερευνήσω». Από εκείνη την ημέρα το Στέητ Ντηπάρτμεντ σε κάθε ανακοίνωση για το θέμα αυτό χρησιμοποιούσε τη διπλή ονομασία (Ιμια-Καρντάκ).
Τα Μ.Μ.Ε. και ο εικονικός πόλεμος (φωτό): Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο ότι ζούμε στην εποχή της πληροφόρησης και της «δικτατορίας των Μ.Μ.Ε.». Όταν αυτά υπηρετούν τον πρωταρχικό τους σκοπό που είναι η ενημέρωση του πολίτη και ο έλεγχος της εξουσίας, τότε αποτελούν πραγματικά ένα ακόμη εργαλείο για τη διασφάλιση της δημοκρατίας και της ισονομίας. Όταν, όμως, υπερβαίνουν το ρόλο τους και ως «τέταρτη εξουσία» κάνουν κατάχρησή της, στο βωμό του ανταγωνισμού και της θεαματικότητας, τότε μπορούν να γίνουν επιζήμια έως κι επικίνδυνα για μια δημοκρατία.
Κατά την κρίση του 1996 τα ελληνικά Μ.Μ.Ε. και ιδιαίτερα τα τηλεοπτικά κανάλια, που ήταν κυρίαρχα στην «πληροφόρηση» του κοινού, παρουσίασαν τα γεγονότα μέσα από ένα πρίσμα πολεμικής ετοιμότητας ενόψει μιας σχεδόν σίγουρης επικείμενης σύγκρουσης (μουσική υπόκρουση, πλάνα στρατιωτικών ασκήσεων, γραφήματα εθνικών συμβόλων, δραματικό σπηκάζ). Δημιούργησαν εντελώς λανθασμένες εντυπώσεις στο τηλεοπτικό κοινό, μέχρι του σημείου της πλήρους παραπληροφόρησης και της ενδεχόμενης διαρροής εμπιστευτικών πληροφοριών στον αντίπαλο. Από πού ν’ αρχίσει κανείς; Από την κατά εκατοντάδες φορές επαναλαμβανόμενη εικόνα της υποστολής της ελληνικής σημαίας από Τούρκους «δημοσιογράφους»; Ή από τη «live» μετάδοση του απόπλου του στόλου από το ναύσταθμό, από ένα συγκεκριμένο κανάλι που πίστεψε ότι βρήκε την ευκαιρία να μετατραπεί σε τριτοκοσμικό CNN μεταδίδοντας τον επικείμενο πόλεμο με ανοικτές τις κάμερες; Ο συγκεκριμένος «ειδικός στρατιωτικός αναλυτής-δημοσιογράφος» πίστεψε ότι θα αποκτήσει τη φήμη του Peter Arnett κάνοντας δημοσιογραφική επιτυχία, χωρίς να σκεφτεί (ή τουλάχιστον οι θεωρητικά πιο έμπειροι προϊστάμενοί του) ότι μετέδιδε πολύτιμες απόρρητες πληροφορίες στον αντίπαλο για την ταυτότητα των πλοίων, τον χρόνο απόπλου και τη διαμόρφωση των οπλικών τους συστημάτων. Εάν τελικά υπήρχε εμπλοκή στο Αιγαίο, η «δημοσιογραφική του επιτυχία» θα είχε δώσει στο τουρκικό ναυτικό αρκετές πληροφορίες για τους στόχους τους;
Ταυτόχρονα, όταν η κατάσταση έφτασε στο κρισιμότερο σημείο, πολιτικοί κι άλλοι «ειδήμονες» πήραν «σβάρνα» τα κανάλια κι άρχισαν να… πιθανολογούν. Ο καθένας έλεγε το «μακρύ και το κοντό του». Η μεγαλύτερη απογοήτευση ήρθε κυρίως από αυτούς που θα έπρεπε να προσπαθούν να ενημερώσουν έγκυρα τον κόσμο ως «ειδικοί», δηλαδή τους πρώην αξιωματικούς, διπλωμάτες, διεθνολόγους και αναλυτές. Όμως, οι περισσότεροι απ’ αυτούς αγωνιούσαν πιο πολύ για το πώς θα προφτάσουν να συμμετέχουν σε όσο το δυνατόν περισσότερες συζητήσεις, παρά για τη σωστή και θεμελιωμένη ενημέρωση του κοινού. Την ίδια στιγμή και στις δύο πλευρές του Αιγαίου, οι εικόνες που μεταδίδονταν δημιουργούσαν μια εικονική πραγματικότητα. Στα ελληνικά κανάλια, οι Τούρκοι «δημοσιογράφοι» ανεβοκατέβαζαν σημαίες εκατοντάδες φορές, ενώ ο στόλος απέπλεε συνεχώς και ο αντίστοιχος τουρκικός παρατασσόταν για πολλοστή φορά κι όλ’ αυτά εν μέσω μεγάλων δόσεων πατριωτικών κορωνών για την εξύψωση του φρονήματος του ελληνικού λαού και την υπεύθυνη ενημέρωση.
Στην άλλη πλευρά του Αιγαίου, το τουρκικό κανάλι «Star» για να ισοφαρίσει το γκολ που δέχτηκε από το «Kanal D» της Χουριέτ, έστειλε δικούς του ρεπόρτερ σε μια βουνοπλαγιά κοντά στις τουρκικές ακτές για να κατεβάσουν, δήθεν, μια ελληνική σημαία και να υψώσουν τη δική τους. Επίσης, μετέδωσε πλάνα αναχώρησης κομάντος σε τουρκική ακτή, από παλιά στρατιωτική άσκηση, για να επενδύσει οπτικά το πολεμικού ύψους σπηκάζ που αναφερόταν στην αποβίβαση των Τούρκων καταδρομέων στη Δ. Ιμια. Το κόλπο έπιασε και το βραδινό δελτίο του «Star» έκανε ρεκόρ ποσοστού τηλεθέασης και κατ’ επέκταση αρκετοί Τούρκοι πολίτες αισθάνθηκαν για μια ακόμη φορά εθνικά υπερήφανοι. Το ρόλο των τουρκικών ΜΜΕ κατά τη διάρκεια της κρίσης στηλίτευσε ο πρόεδρος της Ένωσης Σύγχρονων Δημοσιογράφων κ. Μουσταφά Εκμεκτσί: «Τα τουρκικά ΜΜΕ έδωσαν εξετάσεις και απέτυχαν». Δημοσκόπηση τουρκικού ιδιωτικού τηλεοπτικού καναλιού, έδειξε ότι το 89% των ερωτηθέντων τηλεθεατών θεωρούσαν τα ΜΜΕ ως υπεύθυνα για την πρόκληση της κρίσης. Αυτά περί αντικειμενικότητας κι υπεύθυνης πλουραλιστικής ενημέρωσης.
Η φύση του τηλεοπτικού μέσου (αμεσότητα, ταχύτητα, παραστατικότητα) πρόσθεσε εκρηκτικά στοιχεία στην ελληνοτουρκική αντιπαράθεση. Ο παράγων ΜΜΕ, ιδιαίτερα τα τηλεοπτικά κανάλια, έφερε τις πολιτικές και στρατιωτικές ηγεσίες προ τετελεσμένων ψυχολογικών γεγονότων, τα οποία με τη σειρά τους περιόριζαν επικίνδυνα τη διάθεση αποκλιμάκωσης. Η περίπτωση των Ιμίων έθεσε ένα φλέγον θέμα προσδιορισμού των ορίων δράσης της τηλεοπτικής εξουσίας, σε μια χρήση ισορροπίας μεταξύ του συνταγματικού δικαιώματος της πληροφόρησης και της μη πρόκλησης εχθροπραξιών.
Η σύγκριση με την κρίση του Μαρτίου 1987: Εννέα χρόνια πριν το 1996 μία άλλη ελληνοτουρκική κρίση, το Μάρτιο του 1987, κατά την οποία και πάλι κινητοποιήθηκε το σύνολο των Ενόπλων Δυνάμεων είχε καταλήξει περισσότερο θετικά για την Ελλάδα. Μπορεί εκείνη η κρίση να είχε ως αποτέλεσμα τη συμφωνία Παπανδρέου-Οζάλ στο Νταβός για τη μη πραγματοποίηση γεωτρήσεων στο Αιγαίο για την ανεύρεση πετρελαίου (το περίφημο «mea culpa» του Ανδρέα Παπανδρέου), όμως σε επίπεδο προθέσεων και εντυπώσεων τόσο προς την ελληνική όσο και προς τη διεθνή κοινή γνώμη επιδείχθηκε η αποφασιστικότητα της χώρας για την προάσπιση των εθνικών επιλογών της. Στην κορύφωση της κρίσης, τη στιγμή ακριβώς που τα όρια ανάμεσα στον πόλεμό και την ειρήνη ήταν από δυσδιάκριτα έως ανύπαρκτα, ο Ανδρέας Παπανδρέου αποφάσισε να κάνει την κίνηση «ματ». Έθεσε σε πολεμική ετοιμότητα τις Ένοπλες Δυνάμεις και ο στόλος –με Αρχηγό του τον κ. Λυμπέρη- ήταν έτοιμος να βυθίσει το τουρκικό «Πίρι Ρέις». Τότε, ακρογωνιαίος λίθος της επιτυχημένης διαχείρισης της κρίσης υπήρξε το ταξίδι του Έλληνα Υπουργού Εξωτερικών κ. Κάρολου Παπούλια (νυν Προέδρου της Δημοκρατίας) στη Σόφια, ενέργεια με πολλούς αποδέκτες, που κατέδειξε την ελληνική αποφασιστικότητα.
Η Ελλάδα πρότεινε την ενεργοποίηση του πρωτοκόλλου συνεργασίας της χώρας μας με τη Βουλγαρία και συγκεκριμένα του άρθρου που προέβλεπε αλληλεγγύη και στήριξη της μιας πλευράς προς την άλλη, σε περίπτωση που απειλούνταν η ασφάλεια και η ακεραιότητά της. Ο τότε υπουργός Εξωτερικών κ. Παπούλιας μετέφερε μια επιστολή του Παπανδρέου προς τον πρόεδρο Ζιβκοφ που ζητούσε την αρωγή της Βουλγαρίας, αφού πρώτα εξηγούσε τους κινδύνους για την ειρήνη, λόγω της επιθετικής πολιτικής της Τουρκίας, που αμφισβητούσε τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Η εξαιρετικά λεπτή αποστολή στέφθηκε από επιτυχία. Ο κ. Παπούλιας αμέσως μετά κάλεσε τους πρέσβεις του ΝΑΤΟ της Ε.Ε. και των ΗΠΑ μεταφέροντάς τους το μήνυμα ότι «…η Ελλάδα είναι αποφασισμένη. Δεν διαπραγματεύεται δικαιώματα της. Σκεφτείτε πόσο πρόβλημα θα είναι για σας ένας πόλεμος μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.». Προφανώς η ελληνική αποφασιστικότητα έγινε αντιληπτή και για πρώτη ίσως φορά «συνεστήθη» στην Τουρκία να υποχωρήσει, όπερ και εγένετω. Είχε κερδηθεί μια πολιτική, διπλωματική και ψυχολογική νίκη. Η Ελλάδα πέρασε διεθνώς το μήνυμα ότι δεν υποχωρεί από πάγιες θέσεις της και δεν διαπραγματεύεται τα κυριαρχικά της δικαιώματα.
Σε αντίθεση, κατά την κρίση του 1996, παρά τις μάλλον «θεατρικές» κινήσεις πολεμικής προετοιμασίας –οι οποίες αποδείχθηκαν μπούμερανγκ για το κύρος των Ενόπλων Δυνάμεων- η ελληνική πλευρά εμφανίστηκε να επιζητεί περισσότερο τη λύση της αποκλιμάκωσης, παρά την επίδειξη αποφασιστικότητας.
ΕΠΙΜΥΘΙΟ
25 Μαρτίου 2021: Η σκηνή εκτυλίσσεται κατά τη διάρκεια των εορτασμών για τα 200 χρόνια της Παλιγγενεσίας στην ελληνική πρεσβεία της Άγκυρας. Παρόλο το εορταστικό κλίμα που επικρατεί, ο Έλληνας Πρέσβης κάθεται προβληματισμένος στο γραφείο του. Η συζήτηση που πριν λίγο είχε με τον Τούρκο Υπουργό Εξωτερικών του δημιούργησε πολλές δυσάρεστες σκέψεις. Ούτε λίγο ούτε πολύ του ανακοίνωσε ότι η Τουρκία θα προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για τις επανειλημμένες παραβιάσεις των τουρκικών χωρικών υδάτων και την καταπάτηση της τουρκικής βραχονησίδας Φαρμακονήσι από την Ελλάδα. Αυτό που τον προβλημάτιζε ήταν ότι η Τουρκία ως συνδεμένο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η μεγαλύτερη και καλύτερη αγορά των μελών της, είχε αποκτήσει πια πολύ ισχυρά διπλωματικά ερείσματα. Έτσι κατάφερε και πριν 10 χρόνια να κερδίσει υπέρ της την υπόθεση των «γκρίζων ζωνών» και της υφαλοκρηπίδας, με αποτέλεσμα οι περισσότερες βραχονησίδες να είναι πια τουρκικές. «Διάλεξε τη μέρα ο μπάσταρδος», σκέφτηκε ο Έλληνας πρέσβης, που εκτός όλων των άλλων, του την έδινε και το ειρωνικό μειδίαμα του Τούρκου Υπουργού καθώς του έλεγε ότι
η Ελλάδα μέσα σε 200 χρόνια έχασε όλες τις ευκαιρίες και τα πλεονεκτήματα που είχε ως συνομιλητής της Ευρώπης και ότι ήρθε η ώρα για την Τουρκία να ξαναποκτήσει την παλιά της αίγλη και βαρύτητα στη διεθνή διπλωματική σκηνή. Αυτό, όμως, που του δημιούργησε τη μεγαλύτερη ανησυχία ήταν οι υπαινιγμοί που έκανε ο Τούρκος Υπουργός ότι είχε ωριμάσει πια ο καιρός για να επανεξετασθεί το καθεστώς των νησιών του Β. Αιγαίου.
η Ελλάδα μέσα σε 200 χρόνια έχασε όλες τις ευκαιρίες και τα πλεονεκτήματα που είχε ως συνομιλητής της Ευρώπης και ότι ήρθε η ώρα για την Τουρκία να ξαναποκτήσει την παλιά της αίγλη και βαρύτητα στη διεθνή διπλωματική σκηνή. Αυτό, όμως, που του δημιούργησε τη μεγαλύτερη ανησυχία ήταν οι υπαινιγμοί που έκανε ο Τούρκος Υπουργός ότι είχε ωριμάσει πια ο καιρός για να επανεξετασθεί το καθεστώς των νησιών του Β. Αιγαίου.
Μια εβδομάδα μετά, στο Εθνικό Κέντρο Αεροπορικών Επιχειρήσεων του ΑΤΑ, ο αξιωματικός βάρδιας είχε ήδη σημάνει συναγερμό, ενώ παρακολουθούσε στις οθόνες των ραντάρ, μαζί με τον Αρχηγό ΑΤΑ και τους υπόλοιπους επιτελείς, 10 σμήνη τουρκικών αεροσκαφών να κάνουν υπερπτήσεις πάνω από τη Χαλκιδική, τις Σποράδες, την Εύβοια και την Κρήτη. Οι Τούρκοι, όπως συνήθιζαν εδώ και αρκετά χρόνια, είχαν ειδοποιήσει πριν 2 ημέρες ότι θα πραγματοποιούσαν ασκήσεις στο διεθνή εναέριο χώρο δεσμεύοντας και μια μικρή περιοχή μέσα στον ελληνικό εναέριο χώρο. Εξάλλου, όλ’ αυτά τα χρόνια, η ΠΑ είχε περιορίσει κατά πολύ τις εξόδους των αεροσκαφών της για αναχαιτίσεις, διότι λόγω περικοπών γινόταν μεγάλη οικονομία στα καύσιμα, αλλά και στην αγορά ανταλλακτικών, με αποτέλεσμα η διαθεσιμότητα αεροσκαφών να έχει περιορισθεί σημαντικά. Όμως, αυτή τη φορά οι Τούρκοι το παράκαναν. Έδειχναν αποφασισμένοι να πετάξουν πάνω απ’ όλη την ηπειρωτική Ελλάδα. Ο Αρχηγός ΑΤΑ αρκετά προβληματισμένος με το ένα χέρι επικοινωνούσε με το Εθνικό Κέντρο Επιχειρήσεων του ΓΕΕΘΑ και με το άλλο σχημάτιζε για πολλοστή φορά το νούμερο της «κόκκινης γραμμής» με το τουρκικό ΑΤΑ. Η αλήθεια είναι πως ελάχιστες φορές είχε λειτουργήσει επιτυχώς η επικοινωνία μέσω της «κόκκινης γραμμής». Συνήθως οι Τούρκοι επιτελείς είτε δεν σήκωναν καθόλου την άλλη άκρη της γραμμής, ή στην καλύτερη των περιπτώσεων δήλωναν άγνοια για τα γγ εγονότα. Ο Έλληνας Αρχηγός ήξερε πολύ καλά τη δουλειά του. Ήξερε ότι έπρεπε να απογειώσει άμεσα τα μαχητικά του για αναχαίτιση και να θέσει σε κόκκινο συναγερμό τις αντιαεροπορικές συστοιχίες των Patriot και των Crotale. Όμως, οι ανώτεροί του στο ΓΕΕΘΑ και κυρίως οι πολιτικοί του προϊστάμενοι στο ΚΥΣΕΑ, συνιστούσαν ψυχραιμία. Απορούσε με την ψυχραιμία των ανωτέρων του και προβληματιζόταν για το τι έπρεπε να κάνει. Θυμόταν ότι στη σύγχρονη ελληνική ιστορία υπήρξε μια αντίστοιχη περίσταση σε μια άλλη γωνιά του ελληνισμού. Τότε το ημερολόγιο έγραφε 20 Ιουλίου 1974…
ΠΗΓΕΣ
«Προ-Ιμια Πολέμου» Κώστας Μαρδάς εκδόσεις Το Ποντίκι
«Πολιτική για μια δημιουργική Ελλάδα 1996-2004» Κώστας Σημίτης εκδόσεις Πόλις
«ΙΜΙΑ: Η κριτική προσέγγιση του τουρκικού παράγοντα» εκδόσεις Σιδέρης
«Οι 3 μέρες του Μάρτη» Γιάννης Καψής εκδόσεις Νέα Σύνορα-Α.Α. Λιβάνης
Τεύχη περιοδικού ΠΤΗΣΗ
Τεύχη περιοδικού ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ και ΠΕΡΙΠΟΛΟΣ
Τεύχη περιοδικού ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ
Τεύχη περιοδικού ΝΕΜΕΣΙΣ
Άρθρα εφημερίδων και περιοδικών
Εκπομπές «ΟΙ ΦΑΚΕΛΟΙ» του Αλέξη Παπαχελά στο τηλεοπτικό κανάλι ΜΕΓΚΑ
Εκπομπή «ΕΡΕΥΝΑ» του Παύλου Τσίμα στο τηλεοπτικό κανάλι ΜΕΓΚΑ
Προσωπικές μαρτυρίες
«Πολιτική για μια δημιουργική Ελλάδα 1996-2004» Κώστας Σημίτης εκδόσεις Πόλις
«ΙΜΙΑ: Η κριτική προσέγγιση του τουρκικού παράγοντα» εκδόσεις Σιδέρης
«Οι 3 μέρες του Μάρτη» Γιάννης Καψής εκδόσεις Νέα Σύνορα-Α.Α. Λιβάνης
Τεύχη περιοδικού ΠΤΗΣΗ
Τεύχη περιοδικού ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ και ΠΕΡΙΠΟΛΟΣ
Τεύχη περιοδικού ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ
Τεύχη περιοδικού ΝΕΜΕΣΙΣ
Άρθρα εφημερίδων και περιοδικών
Εκπομπές «ΟΙ ΦΑΚΕΛΟΙ» του Αλέξη Παπαχελά στο τηλεοπτικό κανάλι ΜΕΓΚΑ
Εκπομπή «ΕΡΕΥΝΑ» του Παύλου Τσίμα στο τηλεοπτικό κανάλι ΜΕΓΚΑ
Προσωπικές μαρτυρίες
ΠΗΓΗ
https://limitofadvance.wordpress.com/2016/01/29/%CE%B7-%CE%B4%CE%B9%CF%80%CE%BB%CF%89%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%AF%CE%B1-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B2%CF%81%CE%B1%CF%87%CE%BF%CE%BD%CE%B7%CF%83%CE%AF%CE%B4%CF%89%CE%BD-%CF%83%CF%85%CE%BD%CE%B5%CF%87%CE%AF/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου